
Στιγμιότυπο οθόνης από το βίντεο που ανέβηκε στο YouTube από το AFP News Agency και δείχνει μια ομάδα ένοπλων αντρών σε παραθαλάσσια περιοχή στη Συρία. Δίκαιη χρήση.
Από τον Weliam Sejari
Η πτώση του καθεστώτος του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ στις 8 Δεκεμβρίου 2024 σηματοδότησε μια κομβική στιγμή στην ιστορία της Συρίας τερματίζοντας πάνω από πέντε δεκαετίες διακυβέρνησης της οικογένειας Άσαντ. Η μετάβαση αυτή, ωστόσο, αμαυρώθηκε από κλιμάκωση της βίας, ιδιαίτερα κάτα της κοινότητας των Αλαουιτών στις παράκτιες περιοχές της Συρίας.
Από τις 6 Μαρτίου 2025 δημοσιεύτηκαν αναφορές για σφαγές από πολιτοφυλακές, που πρόσκεινται στη νέα κυβέρνηση και ξένες ένοπλες ομάδες, ορισμένες από τις οποίες υποστηρίζονται από την Τουρκία και το Κατάρ. Αυτές οι ομάδες προέβησαν σε συστηματικές δολοφονίες, εξευτελισμούς, εκτελέσεις στο πεδίο και εκτεταμένο εκφοβισμό κατά των αμάχων Αλαουιτών.
Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (SOHR) ανέφερε ότι πάνω από 1.470 άτομα έχουν δολοφονηθεί εξωδικαστικά από τις 6 Μαρτίου και οι αριθμοί αυξάνονται. Ο Ράμι Άμπντελ Ράχμαν, διευθυντής του SOHR, δήλωσε στο France 24: «Κάθε ώρα ανακαλύπτουμε μια νέα σφαγή στις συριακές ακτές».
Η βία οδήγησε σε μαζικές εκτοπίσεις, καθώς χιλιάδες Αλαουίτες εγκατέλειψαν τα σπίτια τους αναζητώντας καταφύγιο στη φύση και κάποιοι έφτασαν στον γειτονικό Λίβανο.
Εκατοντάδες βίντεο και φωτογραφίες, που κατέγραφαν τις κτηνωδίες, μεταδόθηκαν σε πλατφόρμες όπως το Telegram, το Instagram, και το Facebook, αποκαλύπτοντας στοιχεία για την εθνοκάθαρση.
Για την κατανόηση της τρέχουσας κατάστασης απαιτείται μια συνολική εξέταση του ιστορικού πλαισίου, των πρόσφατων εξελίξεων και των προκλήσεων, που αντιμετωπίζει η νέα μεταβατική κυβέρνηση.
Η θρησκευτική δυναμική
Η κυριαρχία της οικογένειας Άσαντ ξεκίνησε το 1971 με τον Χαφέζ αλ Άσαντ και συνεχίστηκε με τον γιο του, Μπασάρ αλ Άσαντ, από το 2000. Καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας της, η οικογένεια διατήρησε την εξουσία μέσω ενός συνδυασμού πολιτικής καταστολής και στρατηγικών συμμαχιών χειραγωγώντας συχνά τις θρησκευτικές διαιρέσεις για να εδραιώσει τον έλεγχο.
Η μειονότητα των Αλαουιτών, στην οποία ανήκει η οικογένεια Άσαντ, τοποθετήθηκε ως προπύργιο κατά της σουνιτικής πλειοψηφίας της αντιπολίτευσης προωθώντας ένα αφήγημα προστασίας των μειονοτήτων από εξτρεμιστικές απειλές. Η προσέγγιση αυτή βάθυνε τις θρησκευτικές διαιρέσεις περιθωριοποιώντας έτσι τις γνήσιες εκκλήσεις για μεταρρύθμιση και επανάσταση.
Η Αραβική Άνοιξη του 2011 έφερε εκτεταμένες διαδηλώσεις στη Συρία, οι οποίες αντιμετωπίστηκαν με βίαιη καταστολή από το καθεστώς Άσαντ. Η απάντηση της κυβέρνησης περιελάμβανε αδιάκριτη βία κατά των διαδηλωτών οδηγώντας σε έναν εμφύλιο πόλεμο πλήρους κλίμακας.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης, το καθεστώς εφάρμοσε τακτικές, όπως οι αναγκαστικές εκτοπίσεις και η δημογραφική μηχανική, για να διατηρηθεί στην εξουσία. Ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα ήταν η εκστρατεία «Πράσινα λεωφορεία» το 2016, όπου μαχητές της αντιπολίτευσης και οι οικογένειές τους μεταφέρθηκαν βίαια στη βόρεια Συρία υπό άθλιες συνθήκες αλλάζοντας ουσιαστικά το δημογραφικό τοπίο βασικών περιοχών.
Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ
Στα τέλη Νοεμβρίου 2024, ένας συνασπισμός δυνάμεων της αντιπολίτευσης, υπό την ηγεσία της Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ Σαμ (HTS) και με τη βοήθεια του υποστηριζόμενου από την Τουρκία Συριακού Εθνικού Στρατού (SNA) εξαπέλυσε ταχεία επίθεση εναντίον των ελεγχόμενων από την κυβέρνηση περιοχών. Η επίθεση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την ταχεία κατάληψη μεγάλων πόλεων, όπως το Χαλέπι, η Χάμα και η Χομς, με αποκορύφωμα την πτώση της Δαμασκού στις 8 Δεκεμβρίου 2024. Ο Μπασάρ αλ Άσαντ κατέφυγε στη Ρωσία τερματίζοντας ουσιαστικά την κυριαρχία των Μπααθιστών στη Συρία.
Η ξαφνική κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ δημιούργησε κενό εξουσίας και προετοίμασε το έδαφος για μια μεταβατική κυβέρνηση. Ο Αχμέντ αλ Σαράα, επίσης γνωστός ως Αμού Μοχάμεντ αλ Γκολάνι, αναδείχτηκε ως ο de facto ηγέτης, με τον Μοχάμεντ αλ Μπασίρ να διορίζεται ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός. Η νέα κυβέρνηση αντιμετώπισε το μνημειώδες έργο της ανοικοδόμησης ενός έθνους, που καταστράφηκε από πολυετείς συγκρούσεις, με την πρόσθετη πρόκληση της αντιμετώπισης των βαθιά ριζωμένων θρησκευτικών εντάσεων.
Κυβερνητική απάντηση και διεθνείς αντιδράσεις
Η μεταβατική κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του αλ Σαράα, επικρίθηκε έντονα για τους χειρισμούς της στην κλιμάκωση της βίας. Ενώ η κυβέρνηση καταδίκασε τις επιθέσεις και δεσμεύτηκε να καταστήσει τους δράστες υπόλογους, ρεπορτάζ ανέφεραν ότι ορισμένες πολιτοφυλακές, που συμμετείχαν στις κτηνωδίες, λειτουργούσαν υπό την ομπρέλα του Υπουργείου Άμυνας, γεγονός που εγείρει ανησυχίες για τη συνενοχή ή την αδυναμία της κυβέρνησης να ελέγξει τις συμμαχικές δυνάμεις.
Τα ΜΜΕ, που υποστηρίζουν την κυβέρνηση του Αχμάντ αλ Σαράα, κατηγορήθηκαν ότι σκηνοθετούσαν σκηνές ασφάλειας και σταθερότητας, φέρνοντας κάμερες στα χωριά —μερικές για πρώτη φορά— για να κατασκευάσουν ένα ελεγχόμενο αφήγημα παρουσιάζοντας επιλεκτικά κατοίκους, που ενισχύουν τη δική τους εκδοχή των γεγονότων και εμφανίζοντας τα κατάλοιπα του καθεστώτος Άσαντ ως τους κύριους δράστες των επιθέσεων στα χωριά των Αλαουιτών.
Οι ντόπιοι κάτοικοι, από τους οποίους πήραμε συνέντευξη, δήλωσαν ότι εξαναγκάστηκαν να υποστηρίξουν δημόσια το αφήγημα της κυβέρνησης. Περιέγραψαν πώς οι ηγέτες της κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων των σεΐχηδων των χωριών (εκπρόσωποι της κοινότητας), αντιμετώπισαν απειλές, με προειδοποιήσεις ότι τυχόν άρνηση θα είχε ως αποτέλεσμα ακόμη μεγαλύτερη βία και αντίποινα.
Ένας κάτοικος χωριού, που επέλεξε να διατηρήσει την ανωνυμία του από φόβο για τέτοια αντίποινα, ανέφερε: «Οι Αρχές απηύθυναν συγκεκαλυμμένες απειλές προς τον σεΐχη του χωριού ότι, αν μιλήσει ενάντια στο επίσημο αφήγημά τους, το χωριό θα αντιμετωπίσει σοβαρές συνέπειες».
Σε ένα βίντεο που κυκλοφόρησε ευρέως, ένας άλλος κάτοικος χωριού αρνήθηκε οργισμένος τη βοήθεια από τη συριακή Ερυθρά Ημισέληνο δηλώνοντας: «Είναι υποκριτικό να μας βοηθάτε το πρωί μπροστά στις κάμερές σας και μετά να μας σκοτώνετε τη νύχτα με τα όπλα σας. Φύγετε!».
Η διεθνής κοινότητα αντέδρασε με ανησυχία στη θρησκευτική βία. Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε δήλωση, με την οποία καταδίκασε τις σφαγές και προέτρεψε τις προσωρινές συριακές Αρχές να τηρήσουν τις αρχές της μεταβατικής δικαιοσύνης —διασφαλίζοντας τη λογοδοσία για τα εγκλήματα και του παρελθόντος και του παρόντος— να αποκαταστήσουν τα παραβιασθέντα δικαιώματα του λαού και να προστατεύσουν όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές ή εθνοτικές τους πεποιθήσεις. Η πραγματική πρόοδος μπορεί να έρθει μόνο αν μάθουμε από αυτά τα λάθη και αν προσπαθήσουμε για ένα μέλλον δίκαιο, συμμετοχικό και με ευημερία.