Το τσάι είναι μια καθημερινή απόλαυση για τους Μπαγκλαντεσιανούς, ωστόσο οι εργάτριες των φυτειών αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες

Το Κτήμα Mulnicherra είναι ο παλαιότερος κήπος τσαγιού στη Νότια Ασία. Εικόνα μέσω Wikipedia από τον Shahnoor Habib Munmun. CC BY 3.0 .

Το 2023, το Μπαγκλαντές πέτυχε ένα ορόσημο στην παραγωγή τσαγιού, καθώς η παραγωγή ξεπέρασε τα 102,9 εκατομμύρια κιλά για πρώτη φορά. Αυτή είναι η πρώτη φορά που η παραγωγή τσαγιού ξεπέρασε τα 100 εκατομμύρια κιλά στη χώρα από τότε που οι Βρετανοί αποικιοκράτες εισήγαγαν πειραματική καλλιέργεια τσαγιού σε αυτήν την περιοχή το 1840. Η πλειονότητα του τσαγιού που παράγεται χρησιμοποιείται εγχώρια, γεγονός που υποδηλώνει τη βαθιά αγάπη του Μπαγκλαντές για το τσάι.

Η ερωτική σχέση μεταξύ των κατοίκων του Μπαγκλαντές και του τσαγιού συχνά εξυμνείται. Το τσάι τους συνοδεύει τόσο σε χαρούμενες όσο και σε θλιβερές στιγμές. Ένα φλιτζάνι τσάι συχνά γίνεται ένας τρόπος έκφρασης στοργής, με το συναίσθημα «Επιθυμώ την παρέα σας για τσάι» να είναι ένα συνηθισμένο ρεφρέν. Αποτυπώνοντας αυτή την ουσία, μια δημοφιλής μάρκα τσαγιού στο Μπαγκλαντές υιοθέτησε το σλόγκαν «Τσάι σημαίνει μια πλήρη ζωή».

Ωστόσο, για τις εργάτριες τσαγιού που μαζεύουν ακούραστα τα φύλλα για να καλύψουν τις απαιτήσεις της αγοράς, το τσάι δεν σημαίνει μια πλήρη ζωή. Λόγω του αυξανόμενου πληθωρισμού και της επίμονης φτώχειας, καταφεύγουν στην κατανάλωση ωμών φύλλων τσαγιού από τον κήπο σε ένα γεύμα, ειδικά κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος στη δουλειά. Μη έχοντας την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν κρέας και λαχανικά, συχνά χρησιμοποιούν ωμά φύλλα τσαγιού ως υποκατάστατο διατροφής, από ανάγκη και όχι από επιλογή. Το όνομα αυτού του πιάτου με φύλλα τσαγιού ονομάζεται «πατιτσάχα». Το πιάτο με street food που πωλείται στην περιοχή των κήπων τσαγιού έχει ανάμεικτες κριτικές. Σε μερικούς αρέσει, ενώ σε άλλους όχι.

Patichakha. Στιγμιότυπο οθόνης από το βίντεο στο YouTube των Sharaf Cooking Vlogs. Δίκαιη χρήση.

Πατιτσάχα. Στιγμιότυπο οθόνης από το βίντεο στο YouTube των Sharaf Cooking Vlogs. Δίκαιη χρήση.

Τι είναι το «πατιτσάχα»;

Το ημερομίσθιο εργάτη τσαγιού στο Μπαγκλαντές είναι 170 μπαγκλαντεσιανά τάκα (1,45 δολάρια), εάν μπορεί να εκπληρώσει την ποσόστωσή του για τη συλλογή 25 κιλών φύλλων από τις φυτείες την ημέρα. Επί του παρόντος, οι τιμές της αγοράς για όλα τα απαραίτητα έχουν εκτοξευθεί, με τον πληθωρισμό να πλησιάζει το 10%.

Με τόσο πενιχρά κέρδη, οι εργαζόμενοι/ες στον τομέα του τσαγιού αγωνίζονται να αντέξουν οικονομικά βασικά είδη πρώτης ανάγκης όπως ρύζι, ψάρι ή κρέας. Συνήθως, αρχίζουν να μαζεύουν φύλλα τσαγιού νωρίς το πρωί και το ρύζι που κουβαλούν μαζί τους για μεσημεριανό γεύμα χάνει γρήγορα τη φρεσκάδα του. Επομένως, η προετοιμασία και η κατανάλωση «πατιτσάχα» από φρέσκα φύλλα τσαγιού χρησιμεύει ως μια πρακτική και ασφαλής επιλογή. Οι εργαζόμενοι/ες πιστεύουν ότι η κατανάλωση ωμών φύλλων τσαγιού κατά τις ώρες εργασίας βοηθά στην καταπολέμηση της κόπωσης, λόγω της καφεΐνης που περιέχουν. Ωστόσο, ορισμένοι διατροφολόγοι προειδοποιούν κατά της τακτικής κατανάλωσης ωμών φύλλων τσαγιού λέγοντας ότι μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία.

Σε κάθε γωνιά του Μπαγκλαντές, η παρουσία πάγκων με τσάι είναι συνηθισμένο θέαμα. Φωτογραφία από τον Biplab Sarkar και χρησιμοποιείται με άδεια.

Σε κάθε γωνιά του Μπαγκλαντές, η παρουσία πάγκων με τσάι είναι συνηθισμένο θέαμα. Φωτογραφία από τον Biplab Sarkar, χρησιμοποιείται με άδεια.

Η παράδοση της προετοιμασίας και κατανάλωσης λιχουδιών από φύλλα τσαγιού έχει μεταδοθεί από γενιά σε γενιά.

Η συνταγή για το «πατιτσάχα» είναι σχετικά απλή. Περιλαμβάνει το τύλιγμα ωμών φύλλων τσαγιού με το χέρι και τον συνδυασμό τους με πουρέ πατάτας, κρεμμύδια, ψιλοκομμένες πράσινες πιπεριές τσίλι και μια πρέζα λάδι μουστάρδας.

Η σεφ Shikha Pal δημοσίευσε μια συνταγή για πατιτσάχα στην πλατφόρμα Cookpad. Σύμφωνα με τις οδηγίες της, για να ετοιμάσεις πατιτσάχα για δύο μερίδες, θα χρειαστείς 2 κουταλιές της σούπας ωμά φύλλα τσαγιού, 1 βραστή πατάτα, μισό φλιτζάνι ψιλοκομμένες ντομάτες και μισό φλιτζάνι κρεμμύδια, μισό κουταλάκι του γλυκού ψιλοκομμένο σκόρδο, μισό κουταλάκι του γλυκού αλάτι, μισό κουταλάκι του γλυκού ψιλοκομμένες πράσινες πιπεριές τσίλι, 1 κουταλιά της σούπας ψιλοκομμένο κόλιανδρο και 1 κουταλάκι του γλυκού λάδι μουστάρδας.

Το πατιτσάχα παρασκευάζεται κόβοντας σε κύβους τα ωμά φύλλα τσαγιού, τα κρεμμύδια, τις πιπεριές τσίλι, τον κόλιανδρο, τις πατάτες και το σκόρδο και ανακατεύοντας καλά όλα τα υλικά σε ένα μπολ.

Σε μια ανάρτηση στο LinkedIn, ο υπάλληλος Abdul Hannan μοιράστηκε τη γνώμη του για αυτό το πιάτο:

Ενώ δεν το βρήκα ιδιαίτερα ορεκτικό, οι εργάτ(ρι)ες το καταναλώνουν καθημερινά. Παρά τους οικονομικούς περιορισμούς που συχνά δεν μπορούν να προσθέσουν λάδι μουστάρδας και πράσινες πιπεριές τσίλι, εξακολουθούν να το τρώνε. Αυτό συμβαίνει επειδή η τιμή ενός κιλού κοτόπουλου κρεατοπαραγωγής είναι πάνω από 200 τάκα (1,71 δολάρια), ενώ το ημερομίσθιό τους παραμένει στα 170 τάκα (1,45 δολάρια), ενώ προηγουμένως ήταν 120 τάκα (1,02 δολάρια). Αυτό καθιστά δύσκολη την αγορά ακόμη και λαχανικών. Το να έχουν δύο χούφτες ρύζι με λίγο «πατιτσάχα» είναι πιο εφικτό από το να αγοράσουν ένα σωρό λαχανικά.

Αυτό το βίντεο στο YouTube από το Saif's World δείχνει πώς φτιάχνεται το πατιτσάχα:

Η βιομηχανία τσαγιού του Μπαγκλαντές

Οι απαρχές της καλλιέργειας τσαγιού στο Μπαγκλαντές ανιχνεύονται στην περίοδο της βρετανικής αποικιοκρατίας. Ο πρώτος κήπος τσαγιού δημιουργήθηκε στην πόλη-λιμάνι Τσιταγκόνγκ το 1840, ενώ η εμπορική καλλιέργεια ξεκίνησε στο Σιλχέτ το 1857. Σήμερα, το Μπαγκλαντές διαθέτει μια ακμάζουσα βιομηχανία τσαγιού, που περιλαμβάνει πάνω από 167 κήπους τσαγιού σε 1.131 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης, κυρίως συγκεντρωμένα στο Σιλχέτ, το Χαμπιγκάντζ και το Μαουλβιμπαζάρ. Αυτοί οι κήποι απασχολούν πάνω από εκατόν σαράντα χιλιάδες εργαζόμενους/ες στον τομέα, εκ των οποίων πάνω από το 75% είναι γυναίκες και προέρχονται από οικογένειες με πολυγενεακή κληρονομιά στην καλλιέργεια τσαγιού.

Τις δεκαετίες του 1860 και του 1870, οι περιοχές Άσαμ και Σιλχέτ γνώρισαν εμπορική επιτυχία στους κήπους τσαγιού, γεγονός που ώθησε πολλές ξένες εταιρείες να επενδύσουν. Ως αποτέλεσμα, η καλλιέργεια τσαγιού άρχισε να αυξάνεται. Με την αύξηση των κήπων τσαγιού, η ζήτηση για εργατικό δυναμικό αυξήθηκε απότομα. Αυτές οι ευκαιρίες προσέλκυσαν εργάτ(ρι)ες τσαγιού, που μετανάστευσαν από διάφορες περιοχές της Ινδίας, που πλήττονταν από λιμό, σε αυτά τα μέρη του σημερινού Μπαγκλαντές.

Ωστόσο, η μοίρα τους δεν βελτιώθηκε, όταν ξεκίνησαν να εργάζονται στους κήπους τσαγιού. Στο βιβλίο «Ιστορία των Κήπων και των Εργατών του Μπαγκλαντές», οι Ριάντ Μαχμούντ και Αλίντα Μπίντε Σάκι έγραψαν:

Οι ιδιοκτήτες κήπων τους θεωρούσαν ιδιοκτησία τους ελέγχοντας την ελευθερία τους και συχνά τους μετέφεραν μεταξύ διαφορετικών κήπων. Σπάνια τους άφηναν να βγουν έξω από τους κήπους. Είχαν έρθει εδώ αναζητώντας μια καλύτερη ζωή, αλλά κατέληξαν σε κατάσταση ουσιαστικά φυλάκισης. Μπορεί να μην κρατούνταν στη φυλακή, αλλά η κατάστασή τους δεν ήταν καλύτερη από αυτή των σκλάβων.

Είτε σε γεύση, μυρωδιά είτε σε ζεστασιά, οι καθημερινές στιγμές των κατοίκων του Μπαγκλαντές απαιτούν ένα φλιτζάνι τσάι γεμάτο άρωμα! Ωστόσο, οι άνθρωποι σπάνια μαθαίνουν νέα για τους αγώνες των εργατ(ρι)ών τσαγιού, οι οποίοι αναγκάζονται να συντηρηθούν καταναλώνοντας πατιτσάχα.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.