Η ξεχασμένη δίωξη των Κινέζων μεταναστών στην Ινδία

Screenshot from the documentary "The Fading Chinatown of Kolkata" by 101 India

Στιγμιότυπο οθόνης από το ντοκιμαντέρ “The Fading Chinatown of Kolkata” (Η Ξεθωριασμένη Τσάϊνατάουν της Καλκούτας) από το 101 India

Από τον Δεκέμβριο του 2019 πραγματοποιούνται σε ολόκληρη την Ινδία διαδηλώσεις εναντίον του Νόμου περί Τροποποίησης της Ιθαγένειας (CAA) και την προτεινόμενη ενημέρωση του Εθνικού Μητρώου Πολιτών (NRC). Οι Αρχές κατασκευάζουν διάφορα κέντρα κράτησης σε όλη τη χώρα, ειδικά στο Ασσάμ, όπου 1,9 εκατομμύρια Ινδοί, τους οποίους υποψιάζονται ότι είναι “παράνομοι μετανάστες”, αντιμετωπίζουν τη πιθανότητα να γίνουν απάτριδες.

Όπως υπενθύμισε η Ινδή φεμινίστρια Ρίτα Μπανέρζι στους συμπατριώτες της, η κατάσταση έχει επαναληφθεί στο παρελθόν. Το στρατόπεδο Deoli ήταν άλλο ένα τέτοιο κέντρο κράτησης, το οποίο δημιουργήθηκε το 1962 κατά τη διάρκεια του Σινο-Ινδικού πολέμου, στο οποίο η μεταχείριση των Ινδών με Κινέζικη καταγωγή επηρέασε χιλιάδες ζωές:

2 / Ένας βιβλίο που κάθε Ινδός που υποστηρίζει τις διαμαρτυρίες #NRC_CAA_NPR #ΠρέπειΝαΔιαβάσει εάν θέλει πραγματικά να μάθει πόσο βαθιά ρατσιστική δίωξη διατρέχει την ιστορία της Ινδίας. Ομοίως, οι περισσότεροι Κινέζοι μαζεύτηκαν και στάλθηκαν με τρένα σε #κέντρακράτησης στο Ντεβλι του Ρατζαστάν, ήταν από το #Άσαμ & την #Βεγκάλη.

Κινέζοι στην Ινδία

Επί του παρόντος, στην Ινδία υπάρχουν περίπου 200.000 εθνοτικοί Κινέζοι, συμπεριλαμβανομένων περίπου 7.000 ομογενών.

Οι Κινέζοι μετανάστες άρχισαν να μεταναστεύουν στην Ινδία σε μεγάλο αριθμό κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1770, η οποία σηματοδότησε την αρχή της βρετανικής αποικιοκρατίας, ως λιμενεργάτες στο λιμάνι της Καλκούτας. Αργότερα ίδρυσαν επιχειρήσεις στο Bow Bazaar ή το Tiretta Bazaar της πόλης, που ήταν τότε η πρωτεύουσα της Βρετανικής Ινδίας. Από το 1838, οι Βρετανοί άρχισαν να φέρνουν Κινέζους εργάτες, τεχνίτες, καλλιεργητές και παρασκευαστές τσαγιού και για τις φυτείες τσαγιού στο ινδικό κρατίδιο Άσαμ.

Ο Σινο-Ινδικός πόλεμος

Αφού η Ινδία απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη Μεγάλη Βρετανία το 1947, ήταν ένα από τα πρώτα έθνη που αναγνώρισε το κομμουνιστικό καθεστώς του Μάο Τσε Τουνγκ, όταν ανέλαβε την εξουσία στην Κίνα το 1949. Παρόλο που και οι δύο χώρες είχαν κοινά σύνορα στα Ιμαλάια, δεν είχαν καλές σχέσεις.

Όταν η Κίνα εισέβαλε στο Θιβέτ το 1950, η Ινδία δεν παρενέβη. Το 1956 ξεκίνησε το θιβετιανό κίνημα αντίστασης και, κατά τη διάρκεια της θιβετιανής εξέγερσης του 1959, ο 14ος Δαλάι Λάμα κατέφυγε στην Ινδία. Η χώρα του έδωσε άσυλο και παραμένει ο πνευματικός ηγέτης της θιβετιανής διασποράς, που κατοικεί στη Νταραμσάλα, στην πολιτεία Χιμάτσαλ Πραντές.

Η Κίνα, δυσαρεστημένη γι’ αυτό και ανίκανη να επιτύχει συναίνεση σε αμφισβητούμενη περιοχή κατά μήκος των 3.250 χιλιομέτρων συνόρων στα Ιμαλάια, ξεκίνησε τις επιθέσεις στο Λαντάχ στο Κασμίρ και πέρα ​​από τη γραμμή McMahon στα σύνορα του Θιβέτ στις 20 Οκτωβρίου 1962. Ο πόλεμος ολοκληρώθηκε στις 20 Νοεμβρίου του 1962, όταν η Κίνα κήρυξε κατάπαυση του πυρός.

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης Ντέολι

Οι εκτιμώμενοι 20.000-40.000 Ινδοί κινεζικής καταγωγής έγιναν αποδιοπομπαίοι τράγοι μετά το τέλος του πολέμου με την Κίνα, με την ινδική κυβέρνηση και τις πολιτικές ελίτ να τους χαρακτηρίζουν συστηματικά ως κατασκόπους. Γράφοντας για την εφημερίδα The Hindu, η Ρίτα Τσοουντχάρι εξήγησε ότι μόλις τελείωσε ο πόλεμος, οι Κινέζοι περικυκλώθηκαν από τις ένοπλες δυνάμεις και υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.

Τον Δεκέμβριο του 1962, η Ινδία ψήφισε τη Νομοθετική Πράξη περί Άμυνας της Ινδίας και οι Κανόνες περί Άμυνας της Ινδίας, το οποίο επέτρεψε την “σύλληψη και κράτηση κάθε προσώπου [ύποπτου] με εχθρική καταγωγή”. Σύμφωνα με αυτόν τον ευρύ, δρακόντειο νόμο, κάθε άτομο με Κινεζικό επώνυμο, καταγωγή ή γαμήλια ένωση με Κινέζο θα μπορούσε να τεθεί υπό κράτηση.

Αυτό που ακολούθησε ήταν χιλιάδες άνθρωποι κινεζικής καταγωγής να συλληφθούν σε όλη την Ινδία: σε Καλκούτα, Βομβάη, Νταρτζίλινγκ, Καλιμπόνγκ, Τζαμσεντπούρ και στα βορειοανατολικά. Όταν τους δόθηκαν εντολές να εγκαταλείψουν την Ινδία, περίπου 7.500 άνθρωποι συμμορφώθηκαν και έφυγαν για άλλα μέρη, όπως η Αυστραλία, η Βρετανία, ο Καναδάς, η Κίνα, το Χονγκ Κονγκ, η Ιαπωνία, το Πακιστάν, η Ταϊβάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι άνθρωποι, που δεν είχαν χρήματα για να ταξιδέψουν ή δεν επιθυμούσαν να φύγουν, αποστέλλονταν σε στρατόπεδα φυλακή στην πόλη Ντέολι στο Ινδικό κρατίδιο Ρατζαστάν. Σε ένα σημείο, το στρατόπεδο είχε περισσότερους κρατούμενους κινέζικης προέλευσης από την χωρητικότητά των 3.000 ατόμων, το 60% των οποίων ήταν παιδιά ή ηλικιωμένοι.

Τα “Ημερολόγια του Ντέολι“, μια διαδικτυακή συλλογή συνεντεύξεων με επιζώντες από τα στρατόπεδα, αναλύουν τις τρομερές συνθήκες που αντιμετώπιζαν οι Κινέζοι κρατούμενοι τα τρία έως πέντε χρόνια που ακολούθησαν. Ένας από αυτούς, ο Wong Ying Sheng, θυμόνταν πως οι εσωτερικοί χώροι φυλάσσονταν πάντα από ένοπλους φρουρούς.

Το 1964, η Ινδία ανακοίνωσε ότι όλοι οι εναπομείναντες έγκλειστοι του Ντέολι θα απελάσσονταν στην Κίνα. Μερικοί από αυτούς απελάθηκαν βίαια μετά την αποστολή πλοίων από την Κίνα για να συλλέξουν “τους ανθρώπους τους”. Παιδιά διαχωρίστηκαν από τους γονείς τους. Περισσότεροι από 2.500 έμειναν πίσω, ωστόσο, καθώς δεν είχαν πουθενά να πάνε. Η Ινδία άρχισε να απελευθερώνει τους υπόλοιπους κρατούμενους το 1965. Η τελευταία παρτίδα κρατουμένων απελευθερώθηκε το 1967, και διαπίστωσαν ότι τα σπίτια και οι επιχειρήσεις τους είτε είχαν λεηλατηθεί είτε είχαν καταληφθεί από τους ντόπιους.

Δεν υπάρχει συγνώμη

Η ινδική κυβέρνηση ποτέ δεν ζήτησε συγνώμη για τις ενέργειές της κατά της κινεζικής κοινότητας της χώρας. Το περιοδικό Outlook δημοσίευσε ένα άρθρο του S.N.M. Abdi για την μεταχείριση του λαού κινεζικής καταγωγής μετά τον πόλεμο του 1962:

Δυστυχώς, ακόμη και 50 χρόνια αργότερα, το ινδικό κράτος δεν έχει καμία μετάνοια. Δεν υπάρχουν πόνοι συνείδησης, δεν υπάρχουν συμπτώματα αναζήτησης της ψυχής.

Το “Από σύνορα σε σύνορα“, ένα ντοκιμαντέρ από τον εκπαιδευτικό Chung Shefong με έδρα την Ταϊπέι, θέτει σημαντικά μια σημαντική ερώτηση σχετικά με αυτό το πολύπλευρο ζήτημα:

Οι εθνοτικοί Κινέζοι στην Ινδία θα είναι πάντα αιώνιοι ξένοι; Υπάρχει τρόπος να συμφιλιωθούμε με την ιστορία του 1962 χωρίς να την ξεχάσουμε;

Ο Ινδός blogger και συγγραφέας Dilip D’Souza συνέγραψε το “The Deoliwallahs: Η αληθινή ιστορία της Σινο-Ινδικής φυλάκισης του 1962” με τη Joy Ma που ήταν ένα από τα πέντε παιδιά που γεννήθηκαν στο Στρατόπεδο Ντέολι. Το βιβλίο αφηγείται αυτή τη λιγότερο γνωστή ιστορία για το πώς η Ινδία φυλάκισε σε αυτούς τους “ξένους”.

Σε συνέντευξή του στην Quartz India, ο Dilip D’Souza επέλεξε παραλληλισμούς μεταξύ αυτών των φυλακίσεων και της νέας ώθησης στην καταχώριση πολιτών:

Υπάρχει η ιδέα των στρατοπέδων κράτησης. Το υπό κατασκευή στην Goalpara του Άσαμ φέρνει ακόμη και μια μυστηριώδη θύμηση του Ντέολι στον αριθμό των κρατουμένων για τους οποίους έχει σχεδιαστεί: 3.000, όπως και ο αριθμός των φυλακισμένων Σινο-Ινδών. Υπάρχει ο νόμος για να διευκρινιστεί ποιος είναι “ξένος” και ποιος δεν είναι. Υπάρχουν οι προκαταλήψεις, τα μίση και τα στερεότυπα που, αναμφισβήτητα, κωδικοποιούνται σε αυτούς τους νόμους. Υπάρχει ο φόβος που φυσικά αυξάνεται σε ανθρώπους που πιστεύουν ότι η διαδικασία θα τους βάλει στο στόχαστρο. Πάνω απ’ όλα, υπάρχει η ιδέα της ίδιας της ιθαγένειας. Ποιος είναι πραγματικά Ινδός, πώς το ορίζουμε και το καθορίζουμε αυτό, και τι πρέπει να σημαίνει;

Ο Dilip D’Souza πρόσθεσε:

Εάν αυτό το επεισόδιο κατέστρεψε τόσες ζωές, τι είδους χάος, πόσο μάλλον εκτεταμένη αδικία, μπορούμε να περιμένουμε αν οι νόμοι και τα τεστ υπηκοότητας εφαρμοστούν σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από ό,τι το 1962;

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.