Η κληρονομιά της στρατοκρατίας στην αστυνομία της Λατινικής Αμερικής: “Πυροβολήστε στο ψαχνό”

Μετά από μια σειρά καταχρήσεων, οι πολίτες απαιτούν μεταρρυθμίσεις.

Εικόνα: Connectas

Της Suhelis Tejero για το Connectas, με επιμέλεια και ενημέρωση από το Global Voices.

Μέρα μεσημέρι και ενώπιον όλων, μια γυναίκα ξαπλώνει στο έδαφος με το γόνατο ενός αστυνομικού στο πίσω μέρος του λαιμού της σε έναν δρόμο στο τουριστικό θέρετρο Τουλούμ του Μεξικού. Η Victoria Salazar Arriaza, μετανάστρια από το Σαλβαδόρ, φώναζε με αγωνία και το σώμα της παρέλυε. Ο θάνατός της, που προκάλεσε διεθνή οργή, καταγράφηκε σε βίντεο και έδειξε για άλλη μια φορά ότι η αστυνομική βιαιότητα είναι ανεξέλεγκτη στη Λατινική Αμερική.

Λίγες μέρες αργότερα, στη Βίλα Αλταγκράσια της Δομινικανής Δημοκρατίας, ένα ζευγάρι ευαγγελιστές πάστορες επέστρεφαν από το κήρυγμα με μερικούς πιστούς, όταν η αστυνομία νόμισε πως το όχημα, στο οποίο επέβαιναν, ήταν φερόμενων εγκληματιών. Οι επιζώντες δεν θυμούνται να άκουσαν από την αστυνομική περιπολία διαταγή να σταματήσουν. Άκουσαν μόνο τους δώδεκα πυροβολισμούς, που σκότωσαν το νεόνυμφο ζευγάρι.

Από τα τέλη Απριλίου, βίντεο με διαδηλωτές στην Κολομβία νεκρούς από αστυνομικές σφαίρες έχουν κοινοποιηθεί χιλιάδες φορές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στις αρχές Μαΐου, τουλάχιστον 19 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και εκατοντάδες τραυματίστηκαν στις διαμαρτυρίες της Κολομβίας το 2021, που ξεκίνησαν κατά μιας φορολογικής μεταρρύθμισης και στη συνέχεια μετατράπηκαν σε διαδηλώσεις ενάντια στην αυξανόμενη ανισότητα και την κρατική καταστολή. Περισσότερα βίντεο, που αποκαλύπτουν μια μεγάλη κατασταλτική μηχανή ασφαλείας, συνεχίζουν να πλημμυρίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Αυτά τα επεισόδια είναι τα πιο πρόσφατα αποτελέσματα των πιο κατασταλτικών προσεγγίσεων στις αστυνομικές δυνάμεις σε όλο τον κόσμο, όπως μαρτυρούν οι κάτοικοι της Μινεάπολης στις Ηνωμένες Πολιτείες τον Απρίλιο. Το φαινόμενο στη Λατινική Αμερική επιδεινώνεται από τα ιστορικά του προβλήματα βίας, ατιμωρησίας και αδύναμων θεσμών.

Οι πράξεις αστυνομικής βίας στο Μεξικό γίνονται όλο και πιο συχνές, αλλά η υπόθεση της Victoria Esperanza Salazar ήταν μεταξύ όσων συγκλόνισαν το Μεξικό …

“Η αστυνομική βία στη Λατινική Αμερική είναι συχνά το αποτέλεσμα της εκτεταμένης ατιμωρησίας, της έλλειψης εποπτείας και μιας θεσμικής κουλτούρας αδιαφάνειας, που ανέχεται και ενίοτε ενθαρρύνει την κακοποίηση”, δήλωσε ο César Muñoz, ανώτερος ερευνητής της Αμερικής στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε άρθρο, που δημοσιεύθηκε στους New York Times τον περασμένο Νοέμβριο.

Γενικά, ο κόσμος σε ολόκληρη την περιοχή δεν έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στην αστυνομία. Τουλάχιστον, έτσι φαίνεται στις έρευνες, που διεξήγαγε το Barómetro de las Américas τα τελευταία χρόνια. Η περιφερειακή έκθεση του 2019 έδειξε ότι, στην καλύτερη περίπτωση, το 53% του πληθυσμού εμπιστευόταν την αστυνομία, όπως συνέβη στη Βραζιλία εκείνο το έτος. Ωστόσο, σε άλλες χώρες όπως το Μεξικό, η Παραγουάη, η Γουατεμάλα και το Περού, μόλις το ένα τρίτο, ή ακόμα λιγότερο, του πληθυσμού είπε ότι εμπιστευόταν τις αστυνομικές δυνάμεις.

Ένας σημαντικός παράγοντας πίσω από αυτή τη δυσπιστία παραμένει με την πάροδο των ετών: εκπαίδευση στρατιωτικού τύπου, που υπερισχύει της ιδέας της πολιτικής υπηρεσίας, που υποτίθεται ότι παρέχουν οι αστυνομικοί. Σε ορισμένες χώρες, αυτό έχει σαφώς αναγνωρίσιμη προέλευση: ορισμένες δυνάμεις ασφαλείας δημιουργήθηκαν κατά τα χρόνια των πολλών δικτατοριών της περιοχής, όπως στη Χιλή, τη Βραζιλία και τη Δομινικανή Δημοκρατία. Σε άλλες, όπως η Κολομβία, η αστυνομία συμμετείχε στις μάχες κατά τις χειρότερες στιγμές του πολέμου ενάντια σε ένοπλες ομάδες.

Πράγματι, στην περίπτωση της Κολομβίας, οι έρευνες του Barómetro δείχνουν ότι το κοινό ανέκτησε σε κάποιο βαθμό την εμπιστοσύνη του στην αστυνομία μετά το 2016, όταν η κολομβιανή κυβέρνηση και οι Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) υπέγραψαν ειρηνευτική συμφωνία. Από 34,9% εμπιστοσύνη το 2016, αυξήθηκε σε 42,4% δύο χρόνια αργότερα, αν και πρόσφατα γεγονότα δείχνουν ότι αυτό το ποσοστό μπορεί να έχει μειωθεί σημαντικά.

Η περιοχή χαρακτηρίζεται από χαμηλή εμπιστοσύνη του κοινού στην αστυνομία.

Η στρατιωτική επιρροή είναι ακόμα εκεί. Στην Κολομβία, τη Βραζιλία και το Περού, για παράδειγμα, το νομικό σύστημα δεν αντιμετωπίζει τους αστυνομικούς ως πολίτες, τουλάχιστον όχι δικαστικά. Όταν ένας αστυνομικός διαπράττει κατάχρηση ή χρησιμοποιεί υπερβολική βία κατά την άσκηση των καθηκόντων του, δικάζεται από στρατιωτικά δικαστήρια, παρόλο που, υπό αυστηρά όρια, δεν αποτελεί μέρος των ενόπλων δυνάμεων.

Η Παγκόσμια Οργάνωση κατά των Βασανιστηρίων, μια ομπρέλα οργανώσεων περισσότερων από 200 μη κυβερνητικών θεσμών σε όλο τον κόσμο, εξέφρασε πρόσφατα την ανησυχία της για την “ανησυχητική τάση στρατιωτικοποίησης” των αστικών αστυνομικών δυνάμεων διεθνώς.

Ο Διαμερικανικός Διάλογος (IAD), μια αμερικανική δεξαμενή σκέψης, έγραψε στην έκθεσή του ότι οι ένστολες αστυνομικές δυνάμεις έχουν μετατραπεί σε “υπερ-ιεραρχικές δομές με υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης εξουσίας και λήψης αποφάσεων”, με τμήματα παρόμοια με αυτά του Στρατού.

Η οργάνωση τόνισε επίσης ένα ζήτημα, που χαρακτηρίζει τη λειτουργία των αστυνομικών δυνάμεων της περιοχής: τον έλεγχο των διαδηλώσεων. Ο IAD τόνισε την υπόθεση της Νικαράγουας, της οποίας η αστυνομική δύναμη επί σειρά ετών επικεντρώθηκε στην πρόληψη του εγκλήματος και είχε στενή σχέση με το κοινό, αλλά από το 2018 συμμετείχε στην καταστολή διαδηλωτών και επικριτών της κυβέρνησης του Ντάνιελ Ορτέγκα. Μια παρόμοια εικόνα βαρβαρότητας της αστυνομίας κατά των διαδηλώσεων παρατηρήθηκε στη Βενεζουέλα το 2014 και στη Χιλή από το τέλος του 2019.

Στα τέλη του 2019, σημειώθηκαν μαζικές αναταραχές στη Χιλή, που άφησαν εκατοντάδες ανθρώπους τραυματίες λόγω αστυνομικής καταστολής.

Στη Χιλή, ο Gustavo Gatica βίωσε τη χειρότερη στιγμή του. “Έβλεπα αστεράκια παντού, όπως στα κινούμενα σχέδια, και στη συνέχεια όλα έγιναν μαύρα”, είπε στο BBC. Ο Gatica τυφλώθηκε, όταν η αστυνομία της Χιλής, γνωστή ως καραμπινέρος, τον πυροβόλησε με σφαιρίδια καταπρόσωπο το 2019 και έγινε το σύμβολο των θυμάτων της αστυνομικής καταστολής εκεί. Χρησιμοποιώντας μη θανατηφόρα όπλα εναντίον διαδηλωτών, αστυνομικοί τραυμάτισαν σοβαρά εκατοντάδες συμμετέχοντες κατά τους πρώτους μήνες της κοινωνικής αναταραχής του έθνους το 2019.

Πράξεις αστυνομικής βίας, όπως η καταστολή διαδηλωτών στη Χιλή ή ο θάνατος του ζευγαριού των ευαγγελιστών στη Δομινικανή Δημοκρατία, έχουν προκαλέσει αρκετή οργή, με αποτέλεσμα αυτές οι κυβερνήσεις να επιταχύνουν την ανακοίνωση αστυνομικών μεταρρυθμίσεων, κάτι που εδώ και χρόνια απουσίαζε από την πολιτική συζήτηση, παρά τις εκκλήσεις οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το έργο είναι πιο δύσκολο από ό,τι φαίνεται. Ένας από τους αστυνομικούς, που συνελήφθησαν για το θάνατο του ζεύγους των ευαγγελιστών, παραδέχτηκε κατά την ανάκριση ότι αυτός και οι συνάδελφοί του πυροβόλησαν “από ένστικτο”, σχεδόν μηχανικά, το όχημα του ζευγαριού. Στο Μεξικό, ο θάνατος της Victoria Salazar δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό, καθώς η αστυνομική δύναμη στο Κιντάνα Ρόο έχει μακρά ιστορία καταχρήσεων εναντίον του κοινού.

Μένει λοιπόν να φανεί, καθώς περνούν οι μήνες και η μανία ξεθωριάζει, εάν οι υποσχέσεις των κυβερνήσεων θα γίνουν πραγματικότητα και θα αρχίσουν να αφήνουν πίσω τους μια στρατοκρατική κουλτούρα, που έχει ριζώσει εδώ και πολλά χρόνια.

Εγγραφείτε στο newsletter »

Exit mobile version