Ρουάντα, 25 χρόνια μετά τη γενοκτονία

Félicité Uramukiwe: “Εξαιτίας της γενοκτονίας, έχασα σχεδόν όλη μου την οικογένεια”. © Belga Image

[Αυτό το άρθρο του Jago Kosolosky δημοσιεύτηκε από το βελγικό ολλανδόφωνο διαδικτυακό περιοδικό Knack και αναπαράχθηκε από το Global Voices στα ολλανδικά με την άδεια του συντάκτη. Οι απόψεις που εκφράζονται ανήκουν στο συντάκτη του άρθρου, που αναδημοσιεύεται εδώ. Όλοι οι σύνδεσμοι είναι στα ολλανδικά.]

Είκοσι πέντε χρόνια μετά τη γενοκτονία στη Ρουάντα, το Knack επισκέφτηκε τη χώρα των χιλίων λόφων, όπου οι πληγές δεν έχουν ακόμα επουλωθεί. “Αν η γενοκτονία δεν είχε συμβεί, θα ήμουν ακόμα με τη γυναίκα μου και δεν θα είχα ανάγκη καμία βοήθεια”.

“Όταν ήμουν μόλις δώδεκα ετών και είχα στη φροντίδα μου δυο μικρά αδέλφια, αναγκάστηκα να εκπορνευτώ. Ένας άνδρας μου πρότεινε να πληρώσει το σχολείο το δικό μου και των αδελφών μου, αν δεχόμουν να γίνω η ερωμένη του”. Η Nifwa Imyaka, 35 ετών, είναι μια από τις πολλές ορφανές κοπέλες, που έπρεπε να φροντίσουν μόνες τους τον εαυτό τους μετά τη γενοκτονία στη Ρουάντα. Πήρε το πτυχίο της, αλλά η χώρα της παραμένει πληγωμένη και οι δουλειές είναι δυσεύρετες. “Συνευρέθηκα με έναν άλλον άντρα, από τον οποίο έχω ένα παιδί”. Όπως και πολλοί άλλοι εκείνη την εποχή στη Ρουάντα, δεν ανέλαβε τις υποχρεώσεις του και την εγκατέλειψε. “Απεχθανόμουν όλον τον κόσμο. Δεν είχα τίποτε να χάσω και έγινα πόρνη στα φανερά. Συχνά σκέφτομαι πώς θα ήταν η ζωή μου χωρίς αυτήν τη γενοκτονία”. Σωπαίνει για μια στιγμή. “Ούτε καν έκλαψα, όταν ο πατέρας μου σκοτώθηκε. Όλος ο κόσμος πέθαινε, το είχα συνηθίσει. Μπορεί να πεθαίναμε κι εμείς”. Χάρη στη βοήθεια που έλαβε, η Nifwa κατόρθωσε να αλλάξει ζωή. Σήμερα, πουλάει κυρίως φρούτα για να μπορέσει να επιβιώσει μαζί με τα παιδιά της.

Στο μνημείο της γενοκτονίας, εκτίθενται πολλές φωτογραφίες θυμάτων. © Jago Kosolosky

Μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου 1994, 500.000 έως και 1.000.000 άνθρωποι στη Ρουάντα σκοτώθηκαν, πολύ συχνά με φρικτό τρόπο, ενώ άλλα δυο εκατομμύρια υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Για πολύ καιρό, η διεθνής κοινότητα και τα μέσα ενημέρωσης σιωπούσαν. Σύμφωνα με τον Ιρλανδό δημοσιογράφο του BBC, Fergal Keane, συγγραφέα ενός έργου αναφοράς πάνω στη γενοκτονία, που κυκλοφόρησε το 1995, το Season of Blood, όλος ο κόσμος είχε το βλέμμα στραμμένο στις εκλογές της Νοτίου Αφρικής, τις πρώτες μετά το τέλος του απαρτχάιντ. Το Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντα (FPR), ένα επαναστατικό κίνημα με ηγέτη τον Πολ Καγκάμε, είχε ήδη εισβάλλει στη Ρουάντα τέσσερα χρόνια νωρίτερα και έθεσε τέλος στη γενοκτονία. Στη συνέχεια, ο Καγκάμε πήγε σε προσφυγικούς καταυλισμούς, όπου οι συμμετέχοντες στη γενοκτονία θα αναδιοργανώνονταν, σκοτώνοντας εκατοντάδες ανθρώπους στο εξωτερικό.

Υπήρξαν προσφορές και προτάσεις από το εξωτερικό να παρασχεθεί φροντίδα και μέριμνα σε παιδιά όπως η Nifwa, αλλά αυτές δεν γίνονταν δεκτές, γιατί ο Καγκάμε δεν ήθελε άλλη μια γενιά της Ρουάντα να μεγαλώσει έξω από τη χώρα της. Ο Καγκάμε μεγάλωσε στην Ουγκάντα μετά τον διωγμό από τους Τούτσι. Απέκτησε πολιτική και στρατιωτική εμπειρία κοντά στον Γιουέρι Μουσέβενι, ο οποίος έγινε Πρόεδρος της Ουγκάντα το 1986, αφού οι επαναστάτες ανακατέλαβαν τη χώρα. Ο Καγκάμε διορίστηκε ακόμα και επικεφαλής υπηρεσιών πληροφοριών, προτού εισβάλλει στη Ρουάντα το 1990. Μετά την ανακατάληψη της χώρας, ο Καγκάμε είχε τον απόλυτο έλεγχο. Αφού διορίστηκε αντιπρόεδρος και μετά Υπουργός Άμυνας, έγινε Πρόεδρος της Ρουάντα το 2000.

© Jago Kosolosky

Η γενοκτονία ξεκίνησε, όταν το αεροπλάνο του Προέδρου της Ρουάντα, που ανήκε στη φυλή των Χούτου, Ζουβενάλ Χαμπιαριμανά, καταρρίφθηκε στις 6 Απριλίου 1994. Η συμφωνία της Αρούσα του 1993, η οποία έβαλε τέλος στη σύγκρουση μεταξύ του Πατριωτικού Μετώπου και της κυβέρνησης, ξαφνικά ακυρώθηκε. Οι Τούτσι έπρεπε να πληρώσουν. Δεν είναι σαφές αν πίσω από τη δολοφονία βρίσκονται εξτρεμιστές Χούτου ή τα στρατεύματα του Καγκάμε (αυτή η τελευταία άποψη κυκλοφορεί ολοένα και περισσότερο [Σημείωση του lGV στα γαλλικά: αυτό το σημείο παραμένει εξαιρετικά αμφιλεγόμενο]). Πρόσφατα, μια ευρωπαϊκή νομοθετική τροπολογία καταγγέλλει την άρνηση, την υποβάθμιση ή τον εορτασμό της γενοκτονίας στη Ρουάντα, κάτι το οποίο προκαλεί νευρικότητα στους Βέλγους επικριτές της πρώτης άποψης.

Η βία ανάμεσα στους Χούτου και τους Τούτσι δεν ήταν κάτι καινούριο το 1994. Υπήρχαν επιθέσεις, οι οποίες ανάγκασαν την οικογένεια του Καγκάμε να διαφύγει στην Ουγκάντα. Αλλά το 1994, αυτή η βία ξέφυγε από το κοινό μέτρο. Διαπράχθηκαν δολοφονίες είτε εκούσια είτε αναγκαστικά από τα μέλη της πολιτοφυλακής, οι οποίες υποκινήθηκαν από τους προπαγανδιστές, οι οποίοι συνέκριναν τους Τούτσι με κατσαρίδες, που έπρεπε να εξολοθρευτούν, μέσω του διαβόητου Radio Télévision Libre des Milles Collines (Ραδιοτηλεόραση Ελευθερία στους Χίλιους Λόφους). Παρόλα αυτά, ο ομότιμος καθηγητής πανεπιστημίου Filip Reyntjens στο βιβλίο του “Η Γενοκτονία των Τούτσι στη Ρουάντα” αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες των Τούτσι αυτοαποκαλούνταν οι ίδιοι κατσαρίδες, γιατί είχαν εισβάλλει στη Ρουάντα νύχτα κάποιες δεκαετίες νωρίτερα.

Στο μνημείο της γενοκτονίας, εκτίθενται πολλές φωτογραφίες θυμάτων. © Jago Kosolosky 

Η ευθύνη του Βελγίου

Κανείς στη Ρουάντα δεν έχει ξεχάσει ότι η Γαλλία συνέχισε να στηρίζει τον Χαμπιαριμανά μέχρι την έναρξη της γενοκτονίας. Ο γαλλικός στρατός έσωσε πολλούς ξένους, αλλά εγκατέλειψε τους Τούτσι να βρουν βέβαιο θάνατο. Έτσι, το 2009, αποφασίστηκε ότι τα αγγλικά θα αντικαθιστούσαν τα γαλλικά ως δεύτερη γλώσσα της χώρας, μετά τα κινιαρουάντα. Επίσης, στο διάσημο μνημείο της γενοκτονίας στο Κιγκάλι, όπου φέτος εορτάστηκαν τα 25 χρόνια από τη σφαγή, πολλές κατηγορίες εκτοξεύτηκαν προς τους Γάλλους και την “ανίκανη διεθνή κοινότητα”.

Παλαιότερη αποικιοκρατική χώρα, το Βέλγιο συχνά θεωρείται ότι απαλλάσσεται από κάθε κατηγορία, παρόλο που η συμμετοχή του στη γενοκτονία δεν είναι και τόσο αμελητέα. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Κοινωνία των Εθνών παραχώρησε στο Βέλγιο τη Ρουάντα-Ουρούντι, τα σημερινά κράτη Ρουάντα και Μπουρούντι. Υπό βελγική διακυβέρνηση, οι ταυτότητες των πολιτών της Ρουάντα μετατράπηκαν σε εθνικές κατηγορίες, οι οποίες διαιρούσαν τη χώρα. Πριν τη βελγική παρουσία στη Ρουάντα, υπήρχε μόνο μια ασαφής διάκριση μεταξύ των πιο παλιών κατοίκων της χώρας (Τούα), των κτηνοτρόφων (Τούτσι) και των γεωργών (Χούτου).

Αρχικά, το Βέλγιο έκανε τους Τούτσι προνομιούχους συνεργάτες του. Αλλά στη συνέχεια, κάτω από την επιρροή Βέλγων ιερέων και τη θεολογία τους περί απελευθέρωσης, σε συνδυασμό με την επερχόμενη ανεξαρτησία της χώρας, οι Χούτου ξαφνικά έτυχαν προνομιακής μεταχείρισης. Με το πέρασμα των δεκαετιών, εντυπώθηκε στους κατοίκους της Ρουάντα, τόσο στους Τούτσι όσο και στου Χούτου, ότι αξίζουν καλύτερη μεταχείριση. Αν και η σύγκρουση, που συχνά χαρακτηρίζεται ως “φυλετική σύρραξη”, δεν εκδηλώθηκε πριν το 1994, ωστόσο στην πραγματικότητα η βόμβα εξερράγη 30 χρόνια μετά την ανεξαρτησία της χώρας. Η συλλογική μνήμη είχε εμποτιστεί με τέτοια ιστορική αδικία, ώστε ενθαρρύνθηκε η βία, την ίδια στιγμή που οι προκαταλήψεις εξέτρεφαν το μίσος. Στο μνημείο  της γενοκτονίας, άκουσα έναν επιζήσαντα να διηγείται τον τρόπο, με τον οποίο έκοψαν τον πατέρα του στα δυο “για να δουν αν θα αιμορραγούσε πραγματικά”. Στις φλέβες των Τούτσι δεν έρεε γάλα από τις αγελάδες τους;

Ομαδική θεραπεία

Η Handicap International, μια από τις ΜΚΟ με παρουσία στη χώρα, προσπαθεί να φροντίσει όσους μπορεί και αγωνίζεται ενάντια στη βία μέσω της ομαδικής θεραπείας. Κάθε ομάδα υποστήριξης αποτελείται τόσο από θύτες όσο και από θύματα μαζί με τους οικείους τους. Ο 52χρονος Charles Karangua, ο οποίος τρέχει αυτήν τη δράση, έχει βοηθήσει “ίσως 100.000 άτομα”: “Είναι κρίμα που η βία γίνεται ακόμα ανεκτή στην κοινωνία μας”. Για τον Karangua, αυτή η κουλτούρα της βίας είναι μια άμεση κληρονομιά της γενοκτονίας: “Ο κοινωνικός ιστός καταστράφηκε ολοσχερώς”.

Charles Karangua: ” Δούλευα στην εκπαίδευση, αλλά αμέσως μετά τη γενοκτονία επέλεξα να βοηθήσω τους άλλους”. © Jago Kosolosky   

Όπως και πολλοί άλλοι πολίτες της Ρουάντα, ο Karangua φαίνεται να μεταμορφώνεται, καθώς ανακαλεί τις προσωπικές του εμπειρίες κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας: “Έχασα περίπου τα δυο τρίτα της οικογένειας μου, μπορεί και περισσότερο”. Δάκρυα ανεβαίνουν στα μάτια του. “Δούλευα στην εκπαίδευση, αλλά αμέσως μετά τη γενοκτονία, επέλεξα να βοηθήσω τους άλλους. Αυτός είναι και ο μοναδικός λόγος για τον οποίο συνεχίζω να ζω”. Για τον Karangua, η επούλωση συνιστά μια διαδικασία μεγάλης διάρκειας: “Η Ρουάντα μπορεί να έχει θεραπεύσει τις πληγές της αυτά τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια, αλλά εμείς δεν θα ξεχάσουμε ποτέ”.

Ύπνωση

Εκτός από τις ομαδικές συζητήσεις, οι ψυχολόγοι της Handicap International επίσης θεραπεύουν τα τραύματα με τη βοήθεια της ύπνωσης. Το 2017, Βέλγοι υπνοθεραπευτές εκπαίδευσαν ψυχολόγους της Handicap International. Η υπεύθυνη της εκπαίδευσης, Chantal Umurungi, 42 ετών, χαίρεται με την εισαγωγή της υπνοθεραπείας. “Αποφεύγουμε να κάνουμε τον ασθενή να ξαναβιώσει τα τραύματα”. Οι μνήμες ανασύρονται, αλλά αντιμετωπίζονται από μια κάποια απόσταση. “Εάν ο σύζυγος σας σας χτυπάει, αυτή η ανάμνηση θα σας κάνει πιο δυνατές”.

Η Félicité Uramukiwe κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας ύπνωσης. © Jago Kosolosky   

Σε ηλικία 48 ετών, η Félicité Uramukiwe είναι μια από τους εθελοντές του προγράμματος. Κατά το παρελθόν, υπήρξε, όμως, μια από τους συμμετέχοντες αυτής της ομάδας, καθώς αναζητούσε βοήθεια. Δύο φίλες της Félicité, και οι ίδιες εθελόντριες, την βοηθούν κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας. Κλείνει τα μάτια, μιλάει και μετά αρχίζει να κλαίει. Διηγείται πώς “απογοήτευσε” τον σύζυγο και τη μητέρα της γεννώντας μονάχα κορίτσια. Από τότε, η Félicité έκανε εννιά παιδιά, μεταξύ των οποίων τέσσερα αγόρια. Η μητέρα της, που σκοτώθηκε στη γενοκτονία, δυστυχώς, δεν γνώρισε τα εγγόνια της. Η αναπνοή της Félicité γίνεται πιο γρήγορη. “Εξαιτίας της γενοκτονίας, έχασα σχεδόν όλη μου την οικογένεια. Όταν εν τέλει έκανα ένα γιο, δεν είχα κανέναν να μοιραστώ τη χαρά μου”.

Η Félicité παντρεύτηκε λίγο πριν την έναρξη της γενοκτονίας. Ο σύζυγός της έπρεπε να ξεφύγει από τη βία και έτσι χάθηκαν. “Δεν είχα άλλη επιλογή από το να καταταγώ στις τάξεις του Πατριωτικού Μετώπου”, εξηγεί εκείνος. Η κατάταξη στον στρατό του Καγκάμε ήταν συχνά η μόνη διέξοδος για τους επιζήσαντες. Αυτά τα στρατεύματα εξάλλου είδαν τον αριθμό τους να αυξάνεται σημαντικά κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας. “‘Όταν παραιτήθηκα από τον στρατό το 2003, άρχισαν τα προβλήματα. Έπινα για να ξεχάσω τα πάντα και χτυπούσα τη γυναίκα μου. Οι γείτονές μας νόμιζαν ότι θα την σκότωνα”. Το διαζύγιο δεν αποτελεί κομμάτι της τοπικής κουλτούρας και λίγες γυναίκες στη Ρουάντα έχουν ακόμα αρκετούς συγγενείς, οι οποίοι μπορούν να τις βοηθήσουν να εγκαταλείψουν τον βίαιο σύζυγό τους. Αλλά χάρη στην Handicap International, η Félicité και ο σύζυγος της ξαναβρήκαν το χαμόγελο. Κοιτάζει τον σύζυγό της με αγάπη, όταν εκείνος λέει ότι δεν έχει πιει ούτε μια σταγόνα αλκοόλ εδώ και τέσσερα χρόνια.

Gacaca

Στην κορυφή ενός λόφου, στα περίχωρα της περιφέρειας Rutsiro, είκοσι χήρες καθισμένες στο γρασίδι κατασκευάζουν τάπητες ύπνου. Ο Gaspard Mundanikure, 66 ετών, είναι ένας από τους τρεις άνδρες της ομάδας. “Ενώθηκα με αυτούς τους ανθρώπους για να μην νιώθω πια μόνος”. Η σύζυγος του Mundanikure καταδικάστηκε από ένα gacaca, ένα από τα 12.000 λαϊκά δικαστήρια της χώρα, τα οποία από το 2001 δίνουν τη δυνατότητα να βρει κανείς το δίκιο του, χωρίς να περάσει από το παραδοσιακό δικαστικό σύστημα. Η λέξη Gacaca κυριολεκτικά σημαίνει “δικαιοσύνη μέσα στο γλυκό χορτάρι”, αλλά ο Mundanikure θεωρεί ότι δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη. “Κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας, η γυναίκα μου είχε την ευθύνη να μαγειρεύει για τις Αρχές και στη συνέχεια καταδικάστηκε γι’ αυτό. Δραπέτευσε, αλλά πέθανε πριν προλάβει να φτάσει στο Κιγκάλι”.

Μόνο τα κατακόκκινα μάτια και μια φλέβα στο μέτωπο του μαρτυρούν την ηλικία του Mundanikure. “Προσπάθησα να θρέψω τα δέκα παιδιά μου. Χωρίς τη γενοκτονία, θα ήμασταν όλοι μαζί και με τη σύζυγο μου και δεν θα είχαμε ανάγκη από βοήθεια”.

Στην κορυφή ενός λόφου, στα περίχωρα της περιφέρειας Rutsiro, είκοσι χήρες καθισμένες στο χορτάρι, κατασκευάζουν τάπητες ύπνου. © Jago Kosolosky        

Υπό τον Καγκάμε, η χώρα σε καμία περίπτωση δεν έγινε δημοκρατία: αυτός ο άνθρωπος κέρδισε τις αμφιλεγόμενες προεδρικές εκλογές του καλοκαιριού του 2017, λαμβάνοντας το 98,79% των ψήφων. Παρόλα αυτά, η Ρούαντα φαίνεται να διοικείται καλά. Η σύγκριση με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, γειτονική χώρα της Ρουάντα, το καθιστά σαφές. Στη Ρουάντα, οι δρόμοι των μεγάλων πόλεων δεν είναι γεμάτοι επαίτες. Επίσης, η χώρα κατάφερε να κάνει καλή εντύπωση, καθώς το 2008 απαγορεύτηκε η χρήση μη-βιοδιασπώμενων τσαντών. Οι περισσότεροι δρόμοι της πρωτεύουσας είναι καλύτερης ποιότητας από εκείνους του Βελγίου. Οι ουρανοξύστες στο Κιγκάλι, χρηματοδοτούμενοι από κινέζικους πόρους, δίνουν πιο μοντέρνο χαρακτήρα στην πόλη. Η διαδικτυακή κάλυψη της χώρας είναι εντυπωσιακή. Για πολύ καιρό, η Ρουάντα μπορούσε να βασίζεται σε σημαντικές οικονομικές εισροές που προέρχονταν από τη Δύση. Αλλά εδώ και είκοσι πέντε χρόνια, όλος ο κόσμος πλέκει το εγκώμιο του Καγκάμε, της ιστορίας του και του καθεστώτος του.

Στο μνημείο της γενοκτονίας, το μήνυμα του Προέδρου “η ενότητα ήταν παρούσα πριν την αποικιοκρατία” επίσης τονίστηκε: “Είμαστε ένας λαός. Μιλάμε μια γλώσσα. Έχουμε μια ιστορία”. Παρόλ’ αυτά, αυτή η ιστορία έχει μια πολιτική πτυχή. Η εισβολή του Πατριωτικού Μετώπου έμμεσα παρουσιάζεται ως μια ηρωική αντίδραση απέναντι στη γενοκτονία. Όσον αφορά τη συντριβή του αεροσκάφους του Χαμπιαριμανά, το σύστημα ακουστικής ξενάγησης επισημαίνει: “Το ποιοι είναι οι υπεύθυνοι πιθανότατα δεν θα βρεθεί ποτέ”.

Η επίσκεψη στη Ρουάντα, η οποία γέννησε αυτό το άρθρο, πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2018 και κατέστη δυνατή με τη βοήθεια της Handicap International. Η οργάνωση είναι παρούσα στη χώρα από τη γενοκτονία, βοηθάει τα θύματα κυρίως μέσα από ομάδες υποστήριξης και χρησιμοποιεί εδώ και λίγο καιρό την τεχνική της ύπνωσης. Η οργάνωση βοηθάει πρωταρχικά τα άτομα με αναπηρία, που υποφέρουν από ψυχολογικά προβλήματα εξαιτίας των πράξεων βίας, αλλά επίσης βοηθούν και ευάλωτα άτομα, όπως παιδιά με αναπηρία. Η Handicap International συνεργάζεται επίσης με το Υπουργείο Παιδείας για να εξασφαλίσει την πρόσβαση στην εκπαίδευση για όλους, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών με αναπηρία.

Σημείωση: Το πρωτότυπο άρθρο ολοκληρώνεται με μια συνέντευξη [στα ολλανδικά] της Καναδής δημοσιογράφου Judi Revere, η οποία δεν συμπεριλήφθηκε στην παρούσα μετάφραση.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.