Πώς η Ρωσία θεσπίζει νόμους για την υποστήριξη του δικτυωμένου αυταρχισμού

Χορηγία εικόνας: Ameya Nagarajan

Η Ρωσική Ομοσπονδία κατατάσσεται συνήθως μεταξύ των χειρότερων παραβατών στις κατατάξεις για την ελευθερία του διαδικτύου, χάρη σε ένα καλά τεκμηριωμένο ιστορικό ελέγχων πληροφόρησης με στόχο τον περιορισμό της έκφρασης στο διαδίκτυο. Η προσπάθεια των Αρχών να ελέγξουν το ρωσικό διαδίκτυο (γνωστό ως RuNet) ξεκίνησε σοβαρά το 2012. Εκείνη την εποχή, οι μαζικές διαμαρτυρίες για τις αμφισβητούμενες ρωσικές εκλογές και τα κύματα αναταραχής σε όλο τον κόσμο προειδοποίησαν τους κυβερνώντες για τον αυξανόμενο ρόλο του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην πολιτική και πολιτική ζωή. Στη δεκαετία που μεσολάβησε, οι Ρώσοι νομοθέτες και η κυβέρνηση δημιούργησαν ένα εκτεταμένο πλέγμα νέων νόμων και τροπολογιών για την αστυνόμευση της δραστηριότητας και του λόγου των πολιτών, την περιστολή της εργασίας των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης και την καταστολή των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης και των ψηφιακών εταιρειών.  

Αστυνόμευση περιεχομένου και λόγου

Ο δικτυωμένος αυταρχισμός παραμένει η κύρια προσέγγιση της Ρωσίας στη διακυβέρνηση του διαδικτύου. Πρώτον, μια σειρά πρόσφατων νομοθετικών πράξεων επιδιώκουν να εξομαλύνουν την κρατική λογοκρισία και επιτήρηση στους ψηφιακούς χώρους, στοχεύοντας σε μέσα ενημέρωσης και ΜΚΟ καθώς και σε ιδιώτες. Σε αυτά περιλαμβάνονται ο λεγόμενος «νόμος των bloggers» του 2014, ο οποίος απαιτεί από δημοφιλείς bloggers με πάνω από 3.000 ημερήσιες προβολές να εγγράφονται στο κράτος και να αποκαλύπτουν τα προσωπικά τους στοιχεία, καθώς και μέτρα, που περιορίζουν την ανώνυμη χρήση δημοσίων δικτύων Wi-Fi και απαγορεύουν την πώληση προπληρωμένων καρτών SIM σε πελάτες χωρίς κρατικές ταυτότητες.

Ένας από τους πρώτους περιοριστικούς νόμους εγκρίθηκε το 2012 και παρέχει πρωτοφανείς εξουσίες αποκλεισμού στη ρωσική ρυθμιστική αρχή τηλεπικοινωνιών Roskomnadzor και σε άλλους κρατικούς φορείς. Ο ομοσπονδιακός νόμος #139-FZ επιτάσσει τη δημιουργία ενός μητρώου «μαύρης λίστας» με ιστότοπους, που φέρονται να περιέχουν παράνομο ή άλλως επιβλαβές περιεχόμενο, το οποίο οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου (ISP) εντός της Ρωσίας υποχρεούνται να αποκλείουν.

Αργότερα, η νομοθεσία που στόχευε τον διαδικτυακό λόγο επεκτάθηκε και έγινε πιο συγκεκριμένη. Ο νόμος του 2016 για την πληροφόρηση, τις τεχνολογίες πληροφοριών και την προστασία των πληροφοριών N149-FZ και οι σχετικές τροπολογίες των αντι-εξτρεμιστικών νόμων Yarovaya απαγορεύουν το εξτρεμιστικό ή τρομοκρατικό περιεχόμενο και λόγο, ενώ ο νόμος του Δεκεμβρίου 2020 N513-FZ εισάγει νέα διοικητική ευθύνη για τον «προσβλητικό δημόσιο λόγο» και τον συκοφαντικό λόγο στο διαδίκτυο. Οι τροπολογίες Yarovaya απλοποιούν επίσης τις διαδικασίες για εξωδικαστικά αιτήματα για πληροφορίες χρηστών.

Εξασφάλιση της διακυβέρνησης του διαδικτύου

Δεύτερον, μια σειρά από νέα νομικά μέτρα παρουσιάστηκαν ως ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας της Ρωσίας. Ο λεγόμενος νόμος Yarovaya, που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2016 και τέθηκε σε ισχύ το 2018, είναι μια δέσμη τροπολογιών «κατά του εξτρεμισμού», που περιλαμβάνει αντι-εξτρεμιστικά μέτρα, όπως αυξημένες ποινές για τη χρήση «εξτρεμιστικής» γλώσσας στο διαδίκτυο, μια πίεση προς τις εταιρείες του διαδικτύου να μοιράζονται τα κλειδιά κρυπτογράφησης με το κράτος και να αποκρυπτογραφούν τις επικοινωνίες των χρηστών, καθώς και απαιτήσεις για τις πλατφόρμες να αποθηκεύουν τα δεδομένα των χρηστών (περιεχόμενο) για έξι μήνες και τα μεταδεδομένα για έως και τρία χρόνια.

Οι τροπολογίες του νόμου περί πληροφοριών, τεχνολογιών πληροφοριών και προστασίας των πληροφοριών N149-FZ στο πλαίσιο των αντι-εξτρεμιστικών νόμων Yarovaya υποχρεώνουν τις εταιρείες, που κατατάσσονται ως «διοργανωτές διανομής πληροφοριών» (δηλαδή τις περισσότερες υπηρεσίες διαδικτύου), να ενταχθούν σε κρατικό μητρώο και να μοιράζονται δεδομένα χρηστών με τις Αρχές επιβολής του νόμου.

Κατηγορία ξένων φορέων

Τρίτον, το 2014 ψηφίστηκε ο πρώτος νόμος, που απαιτούσε από τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, που επωφελούνταν από ξένη χρηματοδότηση, να εγγραφούν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης ως «ξένοι φορείς». Ο χαρακτηρισμός «ξένος φορέας» και η νομοθεσία διευρύνθηκαν στη συνέχεια: πρώτα το 2017 για να συμπεριληφθούν τα ΜΜΕ και στη συνέχεια το 2019 για τη συμπερίληψη φυσικών ατόμων. Η καταστολή των «ξένων φορέων» κλιμακώθηκε γύρω από τις βουλευτικές εκλογές του 2021, όταν παρατηρητές εκλογών, ανεξάρτητα μέσα, ΜΚΟ ανθρώπινων δικαιωμάτων και μεμονωμένοι δημοσιογράφοι και ακτιβιστές αντιπολίτευσης έλαβαν τον χαρακτηρισμό. Ο χαρακτηρισμός απαιτεί από οργανώσεις ή άτομα, που «συμμετέχουν σε πολιτική δραστηριότητα» και θεωρείται ότι «λαμβάνουν βοήθεια από το εξωτερικό», να εγγραφούν στο κράτος ή να αντιμετωπίσουν πρόστιμα, απαγορεύσεις στο διαδίκτυο και, ενδεχομένως, ποινές φυλάκισης. Απαιτείται επίσης να υποβάλλουν τακτικά εκθέσεις σχετικά με τις δραστηριότητές τους και να αναφέρουν την ιδιότητα του ξένου φορέα σε οποιοδήποτε υλικό ή περιεχόμενο διανέμουν, συμπεριλαμβανομένων των αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Κυρίαρχο διαδίκτυο

Από το 2019, οι Ρώσοι νομοθέτες και οι ρυθμιστικές αρχές επιδιώκουν την ιδέα της «κυριαρχίας του διαδικτύου». Αυτό κατέστη δυνατό μέσω της νομοθεσίας του «κυρίαρχου διαδικτύου», που τέθηκε σε ισχύ το 2019, Ουσιαστικά απαιτεί από όλους τους ρωσικούς παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου να εγκαταστήσουν εξοπλισμό DPI (deep-packet inspection), ο οποίος αναφέρεται από την κρατική ρυθμιστική αρχή Roskomnadzor ως «τεχνικό μέσο για την αντιμετώπιση των απειλών». Ο νόμος προβλέπει επίσης την κεντρική κρατική διαχείριση των εργαλείων DPI για το φιλτράρισμα της κίνησης και τον αποκλεισμό ή την επιβολή περιορισμών σε συγκεκριμένες υπηρεσίες ή πρωτόκολλα. Υπό το πρόσχημα της υπεράσπισης της χώρας από εξωτερικούς εχθρούς και της διατήρησης της σταθερότητας και της ασφάλειας του RuNet, το νομοσχέδιο για την «κυριαρχία» στην πραγματικότητα αποσκοπεί στην περαιτέρω εξουδετέρωση όσων θεωρεί ως εσωτερικές απειλές και στην ευκολότερη κρατική επιτήρηση και λογοκρισία.

Κρατώντας τις πλατφόρμες σε ομηρία

Όλο και περισσότερο, οι Ρώσοι νομοθέτες έχουν στοχοποιήσει τις πλατφόρμες ως βασικούς αγωγούς πληροφοριών και αποφάσεων μετριοπάθειας στο διαδίκτυο. Ο νόμος για τον εντοπισμό δεδομένων που τέθηκε σε ισχύ το 2016 απαιτεί από τις εταιρείες διαδικτύου να αποθηκεύουν τα δεδομένα των Ρώσων χρηστών σε διακομιστές που βρίσκονται εντός της Ρωσίας. Παρόλο που ορισμένες εταιρείες (π.χ. Viber, Booking.com) έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις, άλλες (όπως το Facebook και το Twitter) έχουν αντισταθεί και αντιμετωπίζουν αυξανόμενα πρόστιμα.

Την 1η Φεβρουαρίου 2021 τέθηκε σε ισχύ ένας νέος νόμος, 530-FZ, ο οποίος παρέχει έναν επίσημο ορισμό για τις «πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης» και επιβάλλει ότι όλες οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης με περισσότερους από 500.000 επισκέπτες ημερησίως που λειτουργούν στη Ρωσία πρέπει να αφαιρούν προληπτικά το περιεχόμενο που είναι παράνομο ή απαγορευμένο από τη ρωσική νομοθεσία (από παιδική πορνογραφία και περιεχόμενο που προωθεί την αυτοκτονία, τη χρήση ναρκωτικών ή την κατανάλωση αλκοόλ έως «εκκλήσεις για μαζική αναταραχή» και περιεχόμενο που εμφανίζει «ασέβεια ή κατάχρηση της κυβέρνησης ή κρατικών αξιωματούχων»). Οι εν λόγω πλατφόρμες προστίθενται σε ένα νέο κρατικό μητρώο «μέσων κοινωνικής δικτύωσης» και υποχρεούνται να ελέγχουν το περιεχόμενό τους χωρίς να προτρέπονται από κρατικά αιτήματα ή δικαστικές εντολές. Οι πλατφόρμες έχουν ήδη αντιμετωπίσει βαριά πρόστιμα με την κρατική ρυθμιστική αρχή να υποστηρίζει ότι δεν έχουν μπλοκάρει ή αφαιρέσει το παράνομο περιεχόμενο αρκετά διεξοδικά. Ένα άλλο νομικό μέτρο που στοχεύει τους τεχνολογικούς κολοσσούς είναι ο νέος νόμος «ομηρίας», ο οποίος τους υποχρεώνει να ιδρύσουν μία νομική οντότητα στη Ρωσία. Η αποτυχία να ανοίξουν τοπικό γραφείο μπορεί να οδηγήσει σε κυρώσεις που κυμαίνονται από απαγόρευση διαφήμισης έως πλήρη αποκλεισμό στη χώρα.

Δημιουργία μίας εναλλακτικής πραγματικότητας

Μετά την έναρξη της πλήρους εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022, οι Ρώσοι νομοθέτες υιοθέτησαν γρήγορα έναν δρακόντειο νόμο, που ποινικοποιεί οποιαδήποτε κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης ή αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με τον πόλεμο που αποκλίνουν από την κρατική ατζέντα. Μέχρι στιγμής, ο νόμος έχει επιτρέψει στη Roskomnadzor να απαγορεύσει το Facebook, Twitter, Instagram και Google News, και έχει οδηγήσει σε μαζική έξοδο των εναπομεινάντων ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης και δημοσιογράφων, που φοβούνται την ποινική δίωξη.

Ο τεράστιος αριθμός νομικών μέτρων, που προστέθηκαν στο μητρώο της ρωσικής διακυβέρνησης του διαδικτύου την τελευταία δεκαετία, είναι παραπλανητικός: στην πραγματικότητα, η εν λόγω νομοθετική δραστηριότητα απέχει πολύ από το να είναι παραγωγική, καθώς συγκεντρώνει την εξουσία στα χέρια του δικτυωμένου αυταρχικού κράτους, περιορίζει περαιτέρω την πολιτική έκφραση και συμπιέζει τις όποιες εναπομείνασες ελευθερίες από το RuNet.


Επισκεφθείτε τη σελίδα του εγχειρήματος για περισσότερα άρθρα από το Παρατηρητήριο Ανελευθερίας.


Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για την κάλυψή μας για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εδώ.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.