Το παρόν άρθρο αποτελεί εισαγωγή μίας σειράς άρθρων σχετικής με τη μουσική και τη χορευτική έκφραση της Κούβας και είναι ταυτόχρονα μέρος μίας σειράς για την αφρικανική κληρονομιά της Λατινικής Αμερικής.
Μία από τις πιο βασικές παραδόσεις, που έχει κληροδοτήσει η Κούβα στον παγκόσμιο ανθρώπινο πολιτισμό, είναι η μουσική και ο χορός. Γι’ αυτό, θα ξεκινήσουμε αυτή τη σειρά άρθρων κάνοντας λόγο για τις μουσική και χορευτική έκφραση που υπάρχει στη Σαντερία, μία αφροκουβανέζικη θρησκεία του Υπερβατικού. Η θρησκεία αυτή δεν είναι μόνο πνευματική, αλλά είναι επίσης φορέας σημαντικών παραδόσεων και εθίμων για την εθνική ταυτότητα της Κούβας.
Βασιζόμαστε σε οπτικοακουστικό υλικό, που έχει κοινοποιηθεί σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και απεικονίζει τον πλούτο των αφροκουβανέζικων πολιτισμών. Με τη βοήθεια του υλικού αυτού, θα αναφερθούμε σε κάποια στοιχεία, που αντιπροσωπεύουν τις θεότητες στους χορούς, καθώς και στην κοσμολογία, στην οποία άλλωστε και βασίζονται.
Δε γνωρίζουμε κάποια στατιστική στην Κούβα, που να παρουσιάζει τον αριθμό των οπαδών θρησκειών αφρικανικής προέλευσης. Παρ’ όλα αυτά, μπορεί κανείς να πει ότι οι γνώσεις για τις θρησκείες είναι ευρέως διαδεδομένες και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά, χωρίς να χρειάζεται να ασκεί κανείς τα θρησκευτικά καθήκοντα για να τις αναγνωρίζει ως θρησκείες.
Αυτό που ονομάζεται σήμερα Σαντερία ήρθε στο νησί, αλλά και σε άλλα μέρη της λατινοαμερικανικής ηπείρου, μαζί με τους σκλάβους της φυλής Γιορούμπα, οι οποίοι κατάγονταν κυρίως από τη Νιγηρία. Η ίδια η κατάσταση της σκλαβιάς οδήγησε στον συγκρητισμό ως στρατηγική αντίστασης, ώστε να συνυπάρχουν σε εκείνο το σύστημα οι ιδέες του καθολικισμού με αυτές των Γιορούμπα.
Θα μπορούσε, λοιπόν, να πει κανείς, ότι η αφρικανική θρησκεία μετατράπηκε στην Κούβα σε μια γνήσια κουβανέζικη θρησκεία, η οποία με την ευρεία έννοια συγγενεύει με άλλες θρησκείες της ηπείρου. Οι θρησκείες αυτές, χωρίς αμφιβολία, έχουν εμπλουτίσει τον πυρήνα της θρησκείας των Γιορούμπα. Ένα παράδειγμα είναι η συγγένειά της με τη βραζιλιάνικη θρησκεία, όσον αφορά την παρόμοια προέλευσή τους. Η Lázara Menéndez εξηγεί στην εργασία Kinkamaché to gbogbo oricha (Χαιρετισμός προς τους θεούς Ορίσα):
La santería le brinda al sujeto la posibilidad de una constante, flexible y dialogada interacción con lo sagrado; a nivel individual o en el reducido entorno de la familia ritual, la Regla Ocha-Ifá le permite al individuo estar en estrecha relación con la recreación y reconstrucción del legado que se asume como tradicional, estar en contacto con herencias culturales disímiles que coexisten y confluyen en la práctica y favorecen la voluntad de asumir premeditadamente un cambio.
Η Σαντερία προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα μίας σταθερής, ευέλικτης και ανοιχτής σε διάλογο για διάδραση με το Θείο. Σε προσωπικό επίπεδο ή και στον στενό κύκλο της οικογένειας, που ασκεί το τελετουργικό, η Σαντερία επιτρέπει στο άτομο να έχει μία στενή σχέση με την αναπαραγωγή και την ανάπλαση του κληροδοτήματος, που προϋποθέτει να είναι παραδοσιακό. Εκτός αυτού, επιτρέπει τη σύναψη επαφής με τις διαφορετικές πολιτισμικές κληρονομιές, οι οποίες συνυπάρχουν, συρρέουν στην πράξη και ευνοούν τη βούληση, ώστε να επιτευχθεί συνειδητά μία αλλαγή.
Ένα σημαντικό μέρος της Σαντερία είναι η λατρεία των θεών «Ορίσα», η οποία, μεταξύ άλλων, ασκείται μέσω του φαγητού, της μουσικής και των χορών. Ο χορός προσφέρει στη θρησκεία ενδεχομένως τη μεγαλύτερη ορατότητα, ώστε να ενδιαφέρονται για τέτοιου είδους θεάματα και όσοι δεν ασκούν θρησκευτικά καθήκοντα.
Για να πάρουμε μια πρώτη γεύση, κοινοποιούμε ένα εισαγωγικό βίντεο, στο οποίο μπορείτε να δείτε χαρακτηριστικά μερικών θεοτήτων σε σχέση με το ρουχισμό, τα στολίδια, τη συνειρμική μουσική, καθώς και τον χορό, με τον οποίο αποδίδονται τιμές στους θεούς.
Η Κουβανέζα χορεύτρια Yusimí Moya Rodríguez της εθνικής λαογραφικής ομάδας, παρουσιάζει στο κανάλι της στο YouTube ένα πάνθεον των γνωστότερων θεοτήτων των Γιορούμπα: τους Elegua, Ogún, Ochosi, Yemayá, Oshun, Oyá, Shango και Obatala.
Καλή διασκέδαση! Ashé!
Το άρθρο μεταφράστηκε από τη Μαρία Κοντογούλα, φοιτήτρια του FTSK στο Germersheim, κατά τη διάρκεια του μαθήματος της Δρ. Φιλ. Αναστασίας Καλπακίδου στο πλαίσιο του project Global Voices στο εαρινό εξάμηνο 2020.