Η ταραγμένη ιστορία του Μπουρούντι της ανείπωτης γενοκτονίας των Χούτου το 1972

Οστά από τον ομαδικό τάφο στην επαρχία Μασίτσι/Γκιτέγκα στο κεντρικό Μπουρούντι το 2020. Τα θύματα θάφτηκαν από τον στρατό και τη νεολαία του κόμματος UPRONA το 1972. Εικόνα από την Desire Nimubona. Χρησιμοποιείται με άδεια.

Η γενοκτονία της Ρουάντα το 1994 είναι μια ευρέως τεκμηριωμένη θηριωδία, αλλά είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το 1972, ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων στο γειτονικό Μπουρούντι σκοτώθηκαν βάναυσα σε μια ξεχασμένη «γενοκτονία».

Σύμφωνα με τον Pierre Claver Ndayicariye, πρόεδρο της Επιτροπής Αλήθειας και Συμφιλίωσης του Μπουρούντι (TRC) , πολλά στελέχη, κυβερνητικοί αξιωματούχοι, έμποροι, φοιτητές, μαθητές, ιεροσπουδαστές, γιατροί και εκπαιδευτικοί στα δημόσια σχολεία σκοτώθηκαν το 1972, σε κάτι που ορισμένοι μελετητές θεωρούν γενοκτονία των Χούτου. Οι σφαγές που έγιναν ακολούθησαν μια εξέγερση των Χούτου κατά της κυριαρχίας από τη μειονότητα Τούτσι, στην οποία οι πρώην Βέλγοι αποικιοκράτες είχαν δώσει την εξουσία. Τα αντίποινα οδήγησαν στην απώλεια περισσότερων από 100.000 ζωών Χούτου.

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μου με τον Rich Quinlan, διευθυντή του Κέντρου Εκπαίδευσης για το Ολοκαύτωμα και τη Γενοκτονία στο Πανεπιστήμιο St. Elizabeth στο Μοριστάουν του Νιου Τζέρσεϊ των ΗΠΑ, έριξε φως στα γεγονότα του 1972 χαρακτηρίζοντάς τα ως «οργανωμένα» και ταξινομώντας τα ως «γενοκτονία» με στόχο την εθνοτική ομάδα των Χούτου. Επιπλέον, οι αποκαλύψεις μέσω του TRC έφεραν στο φως περισσότερους από 4.700 ομαδικούς τάφους αποκαλύπτοντας το βαθύ μέγεθος των φρικαλεοτήτων, που συνέβησαν εκείνη την περίοδο.

Από τις πρόσφατες ανακαλύψεις, οικογένειες επισκέπτονται καθημερινά ομαδικούς τάφους αναζητώντας τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Συχνά βασίζονται σε προσωπικά αντικείμενα όπως παπούτσια για να τα αναγνωρίσουν. Η αδελφή Barayavuga Marceline, μια μοναχή, ήρθε ειδικά για να βρει τα λείψανα του πατέρα Michel Kayoya, του ιδρυτή του τάγματός τους.

Ο Maximilien Barampama, βασικός μάρτυρας, από τον οποίο πήρα συνέντευξη, φυλακίστηκε στη Γκιτέγκα κατά τη διάρκεια των σφαγών του 1972. Αποκάλυψε τον ρόλο του στον περιορισμό των αντιστασιακών κρατουμένων, πριν οδηγηθούν σε τόπους εκτελέσεων. Επίπονος ρόλος, που του επιβλήθηκε παρά τη θέλησή του. Ο Barampama θυμήθηκε τους εμψυχωτικούς ύμνους του πατέρα Kayoya στη φυλακή εμπνέοντας τους συγκρατούμενους να συμμετάσχουν στο τραγούδι και την προσευχή, προσθέτοντας:

Όταν ο πατέρας Kayoya οδηγήθηκε στον θάνατό του, έκανε το σημείο του σταυρού πάνω μας. Φτάνοντας στον τόπο της εκτέλεσης πρόσφερε το μυστήριο της μετάνοιας στα συλληφθέντα μέλη της εκκλησίας. Όταν τελείωσε, έδωσε το πετραχήλι του στους δήμιους και τους είπε: «Δώστε το στον επίσκοπο. Είναι ιερό και δεν μπορεί να ταφεί μαζί μου».

Ο Barampama είπε ότι οι στρατιώτες, που πυροβόλησαν τον πατέρα Kayoya, έκλαιγαν, ενώ εκείνος γελούσε, καθώς πήγαινε στην εκτέλεσή του.

Ορισμένες μη κυβερνητικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι είναι πρόωρη η εκταφή λειψάνων λόγω ανεπαρκών ιατρικών και τεχνικών συνθηκών για τη σωστή διεξαγωγή των εργασιών. Ωστόσο, η Ένωση Επιζώντων της Γενοκτονίας του 1972 του Μπουρούντι πιστεύει ότι αυτό προκαλεί περιττές καθυστερήσεις, ειδικά επειδή ορισμένοι δράστες έχουν πεθάνει, ενώ άλλοι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, όπως αναφέρει ο Francois-Xavier Nsabimana, αρχηγός της ομάδας.

Ένα σχέδιο ξεδιπλώνεται εδώ και 50 χρόνια

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μου με τον Rich Quinlan, ερευνητή μεταβατικής δικαιοσύνης και διευθυντή του Κέντρου Εκπαίδευσης για το Ολοκαύτωμα και τη Γενοκτονία, είπε ότι τα γεγονότα του 1972 ανάγονται στις εξεγέρσεις των Χούτου στη Ρουάντα περισσότερο από μια δεκαετία νωρίτερα. Υποστηρίζει ότι ο φόβος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ώθηση των ενεργειών του 1972, ιδιαίτερα ο φόβος ότι οι Τούτσι θα χάσουν τον έλεγχο της κυβέρνησης και του στρατού.

Ο Quinlan εξήγησε:

Πιστεύω ότι οι ενέργειες του Προέδρου Μισέλ Μικομπέρο κατά την έναρξη της εξέγερσης ήταν πολιτικά καιροσκοπικές επιτρέποντάς του την εξουσία να επιβάλει μια κατασταλτική μορφή στρατιωτικού νόμου υπό το πρόσχημα της εθνικής ασφάλειας… Αν και φαίνεται ότι σχεδιάστηκε η γενοκτονία του 1972, με στρατιώτες Τούτσι να κατέχουν λίστες θυμάτων Χούτου, πιστεύω ότι εντοπίστηκαν τέτοιες πληροφορίεςμ, επειδή η ελεγχόμενη από τους Τούτσι κυβέρνηση αναζητούσε πληροφορίες για Χούτου φοιτητές και εκπαιδευτικούς από την JRR (νεολαία του Κόμματος UPRONA, του μοναδικού κόμματος στην εξουσία εκείνη την εποχή). Η γενοκτονία του 1972 δεν ήταν τυχαία, αλλά μάλλον το αποκορύφωμα δεκαετιών απογοήτευσης και φόβου, που εκδηλώθηκε ως καταστροφική βία.

Στη συνομιλία μου με τον Aloys Batungwanayo, αξιωματικό ερευνών στην Επιτροπή Αλήθειας και Συμφιλίωσης του Μπουρούντι, επισημαίνει τον ρόλο του βασιλιά Αλβέρτου Α’ του Βελγίου στη διαίρεση της προηγουμένως ενωμένης κοινωνίας. Ο Batungwanayo εξηγεί ότι στις 25 Αυγούστου 1925, ο Αλβέρτος εξέδωσε διάταγμα, που παρουσίαζε τους Χούτου ως κατώτερους και ανίκανους να κυβερνήσουν, ενώ δόξαζε τους Τούτσι ως ικανούς ηγέτες, ακόμη και χωρίς βελγική επίβλεψη.

Ο Batungwanayo σημειώνει ότι αυτό σηματοδότησε την έναρξη μιας επιδεινούμενης κατάστασης. Οι Χούτου σταδιακά αποκλείστηκαν από κυβερνητικές ευθύνες και μέχρι το 1945 δεν είχαν θέσεις εξουσίας. Σε όλη αυτή την περίοδο, οι αγρότες Χούτου περιθωριοποιήθηκαν, συχνά αντιμετωπίζονταν ως υπάνθρωποι και κατηγορούνταν για όλα τα κοινωνικά προβλήματα. Κατηγορήθηκαν ακόμη και ως προάγγελοι κακής τύχης, με την πεποίθηση ότι η επαφή τους με μια αγελάδα (ένα σεβαστό ζώο στο Μπουρούντι) θα έκανε την αγελάδα να σταματήσει να παράγει γάλα.

Ο Batungwanayo προσθέτει ότι η δολοφονία του νεοεκλεγμένου πρωθυπουργού πρίγκιπα Λουί Ρουαγκασόρε το 1961 οδήγησε στην περαιτέρω περιθωριοποίηση των Χούτου, παρά τις προσπάθειές του να αποκαταστήσει το καθεστώς τους ως ήρωες της ανεξαρτησίας. Το 1966, ένα πραξικόπημα ανέτρεψε τη μοναρχία και ίδρυσε τη Δημοκρατία του Μπουρούντι. Το 1968, ο Martin Ndayahoze, ο μοναδικός Χούτου στο υπουργικό συμβούλιο, προειδοποίησε τον Πρόεδρο Μικομπέρο για ένα σχέδιο εξάλειψης του πληθυσμού Χούτου, αλλά η προειδοποίησή του αγνοήθηκε. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Ndayahoze, ο άνθρωπος που περιέγραψε αυτά τα γεγονότα ως υπουργός Πληροφοριών και Επικοινωνιών, εκτελέστηκε ο ίδιος κατά τα πρώτα στάδια της εκκαθάρισης.

1972: Η πιο σκοτεινή χρονιά του Μπουρούντι

Μετά τον Απρίλιο του 1972, η κατάσταση στο Μπουρούντι επιδεινώθηκε. Η κυβέρνηση επαναπάτρισε βίαια από την Ουγκάντα ​​τον Νατάρε Ε’, τον εξόριστο πρώην βασιλιά. Κατηγορήθηκε ότι υποστήριξε μια εξέγερση και είχε τραγική κατάληξη στη Γκιτέγκα. Μετά τη δολοφονία του Νατάρε, τελευταίου μονάρχη του Μπουρούντι, ήρθαν οι δολοφονίες χιλιάδων Χούτου. Ένα σημείωμα που αποδίδεται στον Χένρι Κίσινγκερ, σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του προέδρου των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, επισημαίνει ότι τα θύματα ήταν κατά κύριο λόγο άνδρες Χούτου.

Ο Israel W. Charny, εκδότης της Encyclopedia of Genocide, εκτιμά ότι ο αριθμός των νεκρών κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου κυμαινόταν από 100.000 έως 300.000 άτομα. Στο Καρούσι, που βρίσκεται στο ανατολικό Μπουρούντι, χρησιμοποιήθηκαν μπουλντόζες για να σκάψουν ομαδικούς τάφους. Ξεχείλιζαν από πτώματα και οι υπηρεσίες υγείας έπρεπε να τα ψεκάσουν για να μετριάσουν την αφόρητη δυσοσμία. Η επιζώσα Margarette Ndabihoreye κατέθεσε ότι ορισμένες σοροί παρέμεναν ορατές προσελκύοντας όρνια, που τρέφονταν με τα υπολείμματα.

Είπε ότι εκατοντάδες μαθητές γυμνασίου συνελήφθησαν, ακολουθούμενοι από έμπορους, εξέχοντες παραγωγούς καφέ, ακαδημαϊκούς, γιατρούς, νοσοκόμες, ιερείς, πάστορες, στρατιώτες, αξιωματικούς και υφισταμένους. Έγινε προφανές ότι είχαν δημιουργηθεί προϋπάρχουσες λίστες υποδεικνύοντας μια προγραμματισμένη εκστρατεία δολοφονίας. Τα θύματα, όλα εθνικότητας Χούτου, υποβλήθηκαν σε ονομαστικές κλήσεις και οδηγήθηκαν στις φυλακές, πριν μεταφερθούν στους τόπους εκτέλεσής τους. Μερικοί άντεξαν φρικτές συνθήκες σε μικρά δωμάτια, που ήταν ταυτόχρονα και τουαλέτες.

Λόγοι για τη μακρά σιωπή

Παρά τις αρχικές ανησυχίες που εξέφρασαν η Τανζανία, το Βέλγιο και οι Ηνωμένες Πολιτείες, η διεθνής κοινότητα δεν ενήργησε αποφασιστικά.

Ο Rich Quinlan υπογραμμίζει παράγοντες, που συμβάλλουν στην παγκόσμια σιωπή για τις σφαγές του 1972, παρά τη σοβαρότητά τους. Ένας βασικός παράγοντας είναι ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Quinlan επισημαίνει ότι, το 1972, ο Πρόεδρος Νίξον ήταν απασχολημένος με την εκστρατεία επανεκλογής του και τον πόλεμο του Βιετνάμ, που οδήγησε σε ελάχιστο ενδιαφέρον του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για το Μπουρούντι. Οι αφρικανικές υποθέσεις αγνοήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την κυβέρνηση Νίξον. Αν και φέρεται να τρόμαξε από τις εκθέσεις, η γενοκτονία στο Μπουρούντι δεν είχε σημαντικό αντίκτυπο στις προεδρικές εκλογές. Συγκεκριμένα, μόνο ένας ραδιοτηλεοπτικός σταθμός των ΗΠΑ, το CBS, ανέφερε νέα για το Μπουρούντι το 1972.

Επιπλέον, η ακραία φτώχεια του Μπουρούντι προσέφερε ελάχιστα οικονομικά κίνητρα σε άλλα έθνη να παρέμβουν και να βοηθήσουν τους πληγέντες.

Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας ήταν ότι οι δράστες της γενοκτονίας, που κατηγορήθηκαν για μαζικές δολοφονίες, παρέμειναν στην εξουσία και θωράκισαν αλλήλους για πολλά χρόνια. Αυτό επέτρεψε στους δολοφόνους να λειτουργούν ατιμώρητα για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η περίπλοκη δυναμική των σχέσεων Τούτσι-Χούτου, που έχει τις ρίζες της στο προαποικιακό Μπουρούντι, αποτελεί μια πρόκληση, που συχνά παρεξηγείται από όσους δεν ασχολούνται με τις αφρικανικές μελέτες. Αυτή η έλλειψη κατανόησης λειτουργεί ως εμπόδιο για την παγκόσμια συνειδητοποίηση της ιστορίας του Μπουρούντι και την επιδίωξη δικαιοσύνης για τις σφαγές του παρελθόντος στη χώρα.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.