Περί εκτοπισμού

Φωτογραφία: elizabeth lies, Unsplash. Ελεύθερη χρήση.

Το ακόλουθο κείμενο αποτελεί επιμελημένη εκδοχή ενός δοκιμίου, που δημοσιεύτηκε στο Facebook από την ποιήτρια του Τρινιντάντ Shivanee Ramlochan σχετικά με την υποδοχή Βενεζουελανών μεταναστών στο Τρινιντάντ και Τομπάγκο.

Συλλογίζομαι τη φυσική και ψυχογεωγραφική αρχιτεκτονική του εκτοπισμού. Οι λόγοι είναι προφανείς και άμεσοι και με απασχολούν καθημερινά, με σκέψεις για τα όσα έχω πει για την παγκόσμια μεταναστευτική κρίση της Βενεζουέλας και όσα δεν έχω καταφέρει να πω. Ομολογώ μια ορισμένη παράλυση λύπης μπροστά σε τόσα πολλά καθημερινά δημοσιεύματα…Ξενοφοβία, νέτα-σκέτα. Μάλλον αυτή είναι η σωστή λέξη.

Μια συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα: εάν θέλω να πω ότι ο καθένας είναι ξενοφοβικός, ενδιαφέρομαι περισσότερο να αναλογιστώ τις ρίζες αυτού του αποκλεισμούς του ξένου: τι το προκαλεί, από χώρα σε χώρα, από χωριό σε χωριό, από πολίτη σε πολίτη; Και πώς πραγματικά τα πλοκάμια της ξενοφοβίας του Τρινιντάντ έχουν ρίζες στη ρητορική και τη δράση του μεταποικιακού τραύματος και της παράνοιας που το συνοδεύει, της παρεπόμενης και εγγενής υποψίας της, της αίσθησης ότι, αφού εργαστήκαμε τόσο σκληρά μέσα από την κληρονομιά των προγόνων, ότι είναι δικό μας *ανήκει σε εμάς* από το Θεό και τους νόμους *αυτής της γης*.

Και πώς, ειδικότερα, πώς οι συστηματικές γενιές αναγκαστικής άρνησης στα χέρια της αυτοκρατορίας και η κληρονομιά των δικών μας άδικων, διεφθαρμένων ανθρώπων, που διδάχτηκαν να πράττουν εναντίον των δικών μας συμφερόντων (στην υπεράσπιση της ορθότητας και μιας αυστηρά διδασκόμενης πολιτικής αξιοπρέπειας), μας έχουν κάνει όλους μας, ξενοφοβικούς και ανθρωπιστές ταυτόχρονα, πιο ανοιχτούς σε αυτόν το φόβο, που βαδίζει χέρι-χέρι με την οργή; Είναι ένας φόβος, που υπόσχεται πικρά αντίποινα, αν αυτό για το οποίο μοχθήσαμε (ακόμα κι αν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε κοπιάσει) θα μπορούσε να παρθεί μέσα από τα χέρια μας τόσο εύκολα, τόσο αυθαίρετα.

Υπάρχει μια παράπλευρη ανησυχία για ό,τι σκέφτομαι μεγαλόφωνα εδώ: τον εκτοπισμό. Αλλά πρέπει να ειπωθεί, γιατί εκτοπίζουμε τον εαυτό μας, διατρέχουμε τον διαρκή κίνδυνο να εκτοπιστούμε, από τους ανθρώπους που θα μπορούσαμε ή θα έπρεπε να είμαστε, εξαιτίας αυτού. Μπορούμε και όντως το κάνουμε, να βάλλουμε λίθους αντί άρτου, χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι παρασυρόμαστε στο ίδιο ρεύμα απρόβλεπτου εθνικού κινδύνου. Το ότι χρειάστηκε περισσότερος χρόνος να καταστρέψουμε ολόκληρη τη ζωή μας δεν σημαίνει ότι δεν θα γίνει ή δεν μπορεί να γίνει κάποια στιγμή σε αυτή την Ανθρωπόκαινο περίοδο.

Όταν σκέφτομαι τον εκτοπισμό, σκέφτομαι ανθρώπους, που κοιμούνται σε χαρτόκουτα σε βρώμικους δρόμους. Σκέφτομαι ανθρώπους, που έχουν περίοδο, που αιμορραγούν αδιάκριτα και σταματούν την όψη της αδιάφορης κοκκινίλας τους με βρώμικα υφάσματα. Σκέφτομαι τα βρώμικα, άπλυτα παιδιά, που σκοτώνουν κουνούπια πάνω στο παιδικό δέρμα τους και το δέρμα τους έχει γίνει ένα μωσαϊκό από ξυσμένα τσιμπήματα. Αναφέρομαι επανειλημμένα στη βρωμιά, γιατί μου φαίνεται ότι είναι ένα από τα πράγματα, που σου κλέβει ο μαζικός εκτοπισμός πρώτο-πρώτο: μια ευκαιρία να είσαι καθαρός, όπως το σκέφτεσαι εσύ.

Σκέφτομαι, επίσης, το τι περιμένουμε πολλοί εξ ημών από τους εκτοπισμένους, που βοηθάμε είτε δημόσια είτε μακριά από το φακό ενός Instagram. Περιμένουμε ή απαιτούμε μια γαλαξιακή δουλοπρέπεια, έναν μανδύα διαρκούς ευγνωμοσύνης πάνω σε ξεπαγιασμένους ώμους, ένα μουρμούρισμα “ευχαριστώ, φχαρ'στώ, χίλια ευχαριστώ”, καθώς διανέμονται σερβιέτες, στρώματα και σκόνη κακάο, ίσως ακόμη και χρήματα. Συχνά, και βάζω και τον εαυτό μου μέσα, στοχαζόμαστε περισσότερο τη φύση της δικής μας φιλανθρωπίας, όταν έχουμε πέσει στα βαθιά στη διαδικασία του να χαρίσεις ο,τιδήποτε, και τα επιβαλλόμενα συμβόλαια συνήθως απαιτούν μια συγκεκριμένη επίδειξη γενναιοδωρίας με αντίτιμο μια ταπεινή και δακρύβρεχτη λατρεία. Και μια λατρεία για τι; Για μια κοινή, βασική αξιοπρέπεια; Να αστράφτουν τα μάτια των μεταναστών για λίγο ψωμοτύρι και μαρμελάδα; Γονυκλισίες για ταμπόν και πλαστικά κύπελλα με έτοιμο τσάι σε φακελάκια;

Φυσικά, οι άνθρωποι είναι ευγνώμονες για πράξεις αγάπης. Αναρωτιέμαι τι είδους αγάπη προσφέρουμε πολλοί από εμάς, κι εγώ ανάμεσά τους, ελπίζοντας να λάβουμε κάτι από αυτούς. Που δεν έχουν καν τίποτα. Και αν αυτό ακούγεται οδυνηρό, επίτηδες το λέω έτσι, για να ακούγεται οδυνηρό. Έχω δει πώς κοιτάζουν ορισμένοι άνδρες κάποια κορίτσια. Έχω δει πώς κοιτάζουν ορισμένοι άνδρες κάποια αγόρια. Έχω ακούσει και έχω διαβάσει και έχω δει αρκετά, ώστε να γνωρίζω πως, όταν η μαζική δυσαρέσκεια έρχεται αντιμέτωπη με έναν όχλο, ό,τι κάποτε φαινόταν άσεμνο ακόμα και να το συλλογιστείς, πλέον γίνεται σχεδόν αναμενόμενο. Απαιτείται φόρος σαρκός.

Ο εκτοπισμός δεν έχει συγκεκριμένη ιθαγένεια ούτε απαιτεί ειδική βίζα εισόδου. Έρχεται με μια αργή βάρκα, σαν μαλάρια, ή πέφτει από τον ουρανό σε μικρά νησιά σαν καταιγίδα στην Καραϊβική, την κοινή μας θάλασσα. Σκέφτομαι, χωρίς σαφείς απαντήσεις εκτός από το παλιρροϊκό δέος και την συντριβή, το τι θα κάνουμε, συλλογικά, όταν μας εκτοπίσει. Είτε πέσει πάνω στο κεφάλι μου είτε στις πλεξούδες με χρωματιστές κορδέλες της τρισέγγονής μου, όταν το νησί βυθιστεί και όλες οι ταμπέλες, που οδηγούν κάπου αλλού, θα γράφουν “Όχι”.

Η ποιητική συλλογή της Shivanee Ramlochan του 2017 Everyone Knows I Am a Haunting”, ήταν υποψήφια για το Βραβείο Felix Dennis 2018 για καλύτερη πρωτοεμφανιζόμενη συλλογή.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.