Λίγες πιθανότητες για δικαιοσύνη για τους δολοφονημένους δημοσιογράφους της Κολομβίας

Εικονογράφηση: Giovana Fleck/Global Voices

Σχεδόν το 80% των δολοφονιών Κολομβιανών δημοσιογράφων μένει ατιμώρητο, σύμφωνα με την Ángela Caro, δικηγόρο της κολομβιανής οργάνωσης Ίδρυμα για την Ελευθερία του Τύπου (FLIP το αρκτικόλεξο στα ισπανικά). Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη σε μια χώρα με μακρά ιστορία βίας κατά δημοσιογράφων.

Το FLIP κατέγραψε 161 δολοφονίες δημοσιογράφων από το 1977 έως το 2000. Μόνο μία υπόθεση κατέληξε σε καταδικαστικές αποφάσεις για όλους τους εμπλεκόμενους στο έγκλημα. Σε μόλις τέσσερις υποθέσεις καταδικάστηκε ο “εγκέφαλος” του εγκλήματος και σε 29 ο δράστης. Δυστυχώς, σε 127 υποθέσεις υπήρξε πλήρης ατιμωρησία και 92 έχουν αρχειοθετηθεί από τις εισαγγελικές Αρχές της Κολομβίας.

Αυτοί οι 161 νεκροί δημοσιογράφοι ήταν θύματα παραστρατιωτικών ομάδων, εγκληματικών ομάδων, εμπόρων ναρκωτικών, μελών της δημόσιας ασφάλειας και των κρατικών δυνάμεων και ανταρτών από τις FARC, ELN και EPL. 61 από αυτούς εργάζονταν σε έντυπα ΜΜΕ, 64 σε ραδιοφωνικούς σταθμούς και 16 στην τηλεόραση.

Στιγμιότυπο από πληροφορίες του FLIP

Οι συγγενείς των θυμάτων βρήκαν δικαιοσύνη σε λίγες μόνο υποθέσεις. Η υπόθεση του Orlando Sierra, συντάκτη στην περιφερειακή εφημερίδα La Patria, που εδρεύει στο Μανιζάλες και σκοτώθηκε το 2002, είναι μία από αυτές. Χρειάστηκαν 17 χρόνια για να καταδικαστεί ο εγκέφαλος αυτού του εγκλήματος, ο Ferney Tapasco. Αυτή είναι η μόνη υπόθεση, κατά την οποία καταδικάστηκε όλη η εγκληματική αλυσίδα: ο δράστης, δύο συνεργάτες και ο εμπνευστής της ιδέας.

Ωστόσο, η δικαστική απόφαση άφησε μια πικρία στους συναδέλφους του. Ο Fernando Ramírez είπε στο Global Voices:

Αυτή η υπόθεση επιλύθηκε με τα ίδια στοιχεία, που είχαν τουλάχιστον 10 χρόνια πριν. Εάν η δικαιοσύνη είναι μια μορφή αποτροπής για τους ανθρώπους να διαπράξουν εγκλήματα, η ατιμωρησία στην Κολομβία αποτελεί σχεδόν κίνητρο, επειδή είναι πραγματικά δύσκολο να καταδικαστεί κάποιος, αν και ένοχος.

Όταν ένας δικαστής δηλώνει τη δολοφονία ενός δημοσιογράφου ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να παραγραφεί, η υπόθεση ξεκινά με ανανεωμένο σθένος. Μια τέτοια περίπτωση ήταν η δολοφονία του Guillermo Cano το 1986, συντάκτη στην κολομβιανή εφημερίδα El Espectador, ο οποίος είχε καταγγείλει το ρόλο των διακινητών ναρκωτικών στην πολιτική. Ωστόσο, η Caro από το FLIP είπε στο Global Voices:

Δεν υπάρχουν προσπάθειες επίτευξης αποτελεσμάτων από την Γενική Εισαγγελία. Η υπόθεση του Guillermo Cano κηρύχθηκε έγκλημα κατά της ανθρωπότητας το 2010, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει ατιμωρησία.

Ρεπορτάζ από τα χαρακώματα της ζωής

Σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα (RSF), η Κολομβία κατατάσσεται 134η στον κατάλογο με τις χειρότερες χώρες για δημοσιογράφους. Οι καλύτερες χώρες για την ελευθερία του Τύπου είναι η Νορβηγία, η Φινλανδία, η Σουηδία, η Δανία και η Κόστα Ρίκα.

Η ατιμωρησία για εγκλήματα κατά δημοσιογράφων δεν αποτελεί αποκλειστικό πρόβλημα για την Κολομβία. Η Βραζιλία, η Ονδούρα και ο Ισημερινός έχουν επίσης υψηλά ποσοστά ατιμωρησίας. Μόλις ένας στους 10 φόνους δημοσιογράφων διώκεται στη Λατινική Αμερική, εξηγεί ο Ernst Sagaga, επικεφαλής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ασφάλειας στη Διεθνή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (IFJ), σε συνέντευξή του στο Global Voices.

Από το 2011 έως το 2020, το Μεξικό, η Κολομβία, η Βραζιλία και η Ονδούρα ήταν μερικές από τις πιο επικίνδυνες χώρες για τους δημοσιογράφους, αναφέρουν οι RSF. Οι περισσότεροι από τους νεκρούς δημοσιογράφους ζούσαν μακριά από τις μεγάλες πόλεις, δούλευαν σε επισφαλείς συνθήκες συχνά για διάφορα μέσα ενημέρωσης και έγραφαν για τις κοινότητές τους και κρατικούς παράγοντες.

Κατά τη δεκαετία του '80, η βία κατά των δημοσιογράφων ήταν ανεξέλεγκτη. Η κρίση ασφάλειας ήταν τέτοια, που το IFJ άνοιξε ένα κέντρο αλληλεγγύης στην Μπογκοτά για να προσφέρει ασφάλεια στους δημοσιογράφους, ενώ άσκησε πίεση για την προστασία τους στις εθνικές Αρχές.

Ο Sagaga πρόσθεσε:

Πράγματι, η κυβέρνηση της Κολομβίας υιοθέτησε ένα πρόγραμμα προστασίας για τους δημοσιογράφους υπό απειλή, το οποίο ισχύει ακόμη και σήμερα. Αλλά το πρόγραμμα έχει ανάμεικτη αποδοχή, ειδικά αφού οι δημοσιογράφοι έχασαν την εμπιστοσύνη του σε αυτό εξαιτίας των ισχυρών ενδείξεων για συμπαιγνία μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας, που εκτελούν το πρόγραμμα, και όσων στοχοποιούσαν δημοσιογράφους.

Παρά το γεγονός ότι πέρασαν τα πιο σκληρά χρόνια για την Κολομβία, ο κίνδυνος δεν εξαφανίστηκε και οι δημοσιογράφοι εξακολουθούν να χρειάζονται προστασία.

Απατηλή δικαιοσύνη για τους δημοσιογράφους

Σύμφωνα με πληροφορίες από την Εισαγγελία, που ελήφθησαν μέσω αιτήματος, ο οργανισμός απαρίθμησε 346 εγκλήματα, που διαπράχθηκαν από το 1980 έως το 2020, σύμφωνα με τα οποία δημοσιογράφοι ήταν θύματα ανθρωποκτονίας, γυναικοκτονίας, ανθρωποκτονίας προστατευόμενων προσώπων (αναφορές σε ανθρωποκτονίες υπό κυβερνητική προστασία) και βίαιης εξαφάνισης.

Στιγμιότυπο πληροφοριών που ελήφθησαν μετά από αίτημα στα δημόσια αρχεία

Οι διεθνείς οργανισμοί προτείνουν στρατηγικές για τον περιορισμό της βίας κατά των δημοσιογράφων στην Κολομβία. Ο Sagaga λέει:

Οι Αρχές πρέπει να καταγγείλουν δημόσια τη βία κατά δημοσιογράφων, να ερευνούν και να τους διώκουν με αξιόπιστο τρόπο για να τιμωρήσουν τους υπεύθυνους και να αποτρέψουν μελλοντικά παρόμοια εγκλήματα.

Η Επιτροπή Προστασίας Δημοσιογράφων (CPJ) πιστεύει ότι η Κολομβία πρέπει να επικεντρωθεί στην στελέχωση των τοπικών γραφείων έρευνας και στην προώθηση της διαφάνειας. Η Natalie Southwick, Συντονίστρια Προγράμματος Κεντρικής και Νότιας Αμερικής & Καραϊβικής στο CPJ, δήλωσε στο Global Voices:

While Colombia's (admittedly far from perfect) protection mechanism has been a model for other countries across the region, Colombia lags behind other countries like Mexico or Guatemala that have created national- or state-level prosecutor's offices that specialize in investigating cases of violence against journalists and press freedom violations. These offices are not a solution to impunity on their own but allocating staff and resources specifically to address these crimes allows for more opportunity to investigate such cases and identify the perpetrators and sends a clear public message that the state is prioritizing these cases, which in itself can help discourage more violence against the press. Greater transparency in official processes and regular public updates on the investigations into these cases would also help encourage greater accountability from the state institutions responsible for these investigations.

Ενώ ο μηχανισμός προστασίας της Κολομβίας (ομολογουμένως δεν είναι τέλειος) αποτέλεσε πρότυπο για άλλες χώρες της περιοχής, η Κολομβία υστερεί σε σχέση με άλλες χώρες, όπως το Μεξικό ή η Γουατεμάλα, που δημιούργησαν Εισαγγελίες σε εθνικό ή κρατικό επίπεδο, που ειδικεύονται στη διερεύνηση υποθέσεων βίας κατά δημοσιογράφων και παραβιάσεις της ελευθερίας του Τύπου. Αυτά τα γραφεία δεν αποτελούν λύση για την ατιμωρησία από μόνα τους, αλλά η κατανομή προσωπικού και πόρων, ειδικά για την αντιμετώπιση αυτών των εγκλημάτων, δίνει περισσότερες ευκαιρίες για τη διερεύνηση τέτοιων υποθέσεων και τον εντοπισμό των δραστών και στέλνει ένα σαφές δημόσιο μήνυμα ότι το κράτος δίνει προτεραιότητα σε αυτές τις υποθέσεις, κάτι που από μόνο του μπορεί να βοηθήσει στην αποθάρρυνση περισσότερης βίας κατά του Τύπου. Μεγαλύτερη διαφάνεια στις επίσημες διαδικασίες και τακτικές δημόσιες ενημερώσεις για τις έρευνες σε αυτές τις περιπτώσεις θα συμβάλουν επίσης στην ενθάρρυνση μεγαλύτερης λογοδοσίας από τα κρατικά όργανα, που είναι υπεύθυνα για αυτές τις έρευνες.

Αυτό είναι ένα από τα πέντε δημοσιεύματα για εγκλήματα κατά δημοσιογράφων στην Κολομβία, μια πρωτοβουλία που υποστηρίζεται από το Ίδρυμα Δικαιοσύνης για Δημοσιογράφους (JFJ), μια μη κυβερνητική οργάνωση με έδρα το Λονδίνο. Το JFJ χρηματοδοτεί δημοσιογραφικές έρευνες για βίαια εγκλήματα κατά εργαζομένων στα ΜΜΕ και βοηθά επαγγελματίες και πολίτες δημοσιογράφους να μετριάσουν τους κινδύνους τους.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.