Πώς οι οικονομικά περιθωριοποιημένοι πλοηγούνται στην ψηφιακή υιοθέτηση στην Ινδία εν μέσω της πανδημίας

Image via EngageMedia. Used with permission.

Εικόνα μέσω EngageMedia. Χρήση με άδεια.

Το παρόν άρθρο αποτελεί μέρος της Πανδημίας Ελέγχου, μιας σειράς που αποσκοπεί στην προώθηση του δημόσιου διαλόγου σχετικά με την άνοδο του ψηφιακού αυταρχισμού στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού εν μέσω του COVID-19. Αποτελεί πρωτοβουλία του EngageMedia, σε συνεργασία με το CommonEdge. Αυτή η επεξεργασμένη εκδοχή του άρθρου των Vaishnavi και Anish Mishra αναδημοσιεύεται στο Global Voices στο πλαίσιο συνεργασίας για το περιεχόμενο.

Η πανδημία COVID-19 επιτάχυνε την υιοθέτηση των ψηφιακών τεχνολογιών κατά πέντε χρόνια. Ωστόσο, η στροφή προς την ψηφιοποίηση αποκλείει όσους έχουν ελάχιστη έως καθόλου πρόσβαση σε ψηφιακές υπηρεσίες. Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πανδημίας, η Ινδία εφάρμοσε μία από τις αυστηρότερες απαγορεύσεις κυκλοφορίας παγκοσμίως, αναγκάζοντας τους πολίτες να έχουν πρόσβαση στις περισσότερες βασικές υπηρεσίες ψηφιακά. Ενώ ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού ήταν έτοιμο να μεταπηδήσει στον ψηφιακό κόσμο, η πλειοψηφία δεν είχε άλλη επιλογή από το να αγωνιστεί για να αποκτήσει πρόσβαση σε αυτούς τους ψηφιακούς πόρους εξ αρχής, αφήνοντάς τους ευάλωτους στην εκμετάλλευση.

Στην Ινδία, το 84% του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε κινητά τηλέφωνα, αλλά μόνο το 43% έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο. Αυτή η ανισότητα υπάρχει επίσης όσον αφορά την ηλικία, την τοποθεσία, το φύλο, την κάστα και τη γλώσσα, μεταξύ άλλων παραγόντων. Οι Ινδές έχουν 15% λιγότερες πιθανότητες να έχουν κινητό τηλέφωνο και 33% λιγότερες πιθανότητες να χρησιμοποιούν υπηρεσίες κινητού διαδικτύου σε σχέση με τους άνδρες.

Το ψηφιακό χάσμα πλήττει τους πιο ευάλωτους στις αγροτικές περιοχές. Σύμφωνα με τον 75ό γύρο της Εθνικής Δειγματοληπτικής Έρευνας, μόνο το 13% των ατόμων άνω των πέντε ετών στις αγροτικές περιοχές έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, σε σύγκριση με το 37% στις αστικές περιοχές.
.

Προοπτικές επί τόπου

India's abrupt call for lockdown triggered a mass migration of informal workers across different states, many resorted to walking when there was no transport. Image via Max Pixel. CC0.

Η απότομη έκκληση της Ινδίας για απαγόρευση κυκλοφορίας προκάλεσε μαζική μετανάστευση άτυπων εργαζομένων σε διάφορα κράτη. Πολλοί κατέφυγαν στο περπάτημα, όταν δεν υπήρχε μεταφορικό μέσο. Εικόνα μέσω Max Pixel. CC0.

Τον Μάρτιο του 2020, όταν η ινδική κυβέρνηση ανακοίνωσε μία απρογραμμάτιστη εθνική απαγόρευση κυκλοφορίας με τετράωρη προειδοποίηση, το 90% του εργατικού δυναμικού της χώρας – άτυποι εργαζόμενοι – αντιμετώπισε μια τεράστια κρίση. Περίπου το 80% των εργαζομένων είχαν εγκλωβιστεί σε διάφορα μέρη της χώρας με λιγότερα από 100 ινδικές ρουπίες (1,27 δολάρια ΗΠΑ) στο χέρι. Μέλη του Δικτύου Δράσης για τους Αποκλεισμένους Εργαζόμενους (SWAN), μιας ομάδας που υπερασπίζεται τα ζητήματα των μεταναστών εργαζομένων, μοιράστηκαν το πώς αισθάνονται για την ώθηση της ψηφιακής υιοθέτησης στην πρόσβαση σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες.

Η 27χρονη Seema ανήκει στο εκπαιδευμένο νοσηλευτικό προσωπικό υποστήριξης από την Σιμντέγκα της Τζαρχάντ και είναι επίσης μέλος του SWAN. Πιστεύει ότι η ψηφιακή υιοθέτηση μπορεί να είναι επωφελής, αναφέροντας πώς μπόρεσε να βοηθήσει ανθρώπους από την κοινότητά της να εγγραφούν ηλεκτρονικά για τις κάρτες e-shram (ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για τους εργαζόμενους στον μη οργανωμένο τομέα). Ωστόσο, δήλωσε ότι η γνώση του τρόπου χρήσης αυτών των διαδικτυακών πυλών εγγραφής περιορίζεται σε λίγους και εκλεκτούς.

Θεωρητικά, οι πολίτες μπορούν να εγγραφούν μόνοι τους σε διάφορα κυβερνητικά προγράμματα και πιστοποιητικά. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η χρήση των ηλεκτρονικών συστημάτων έχει οδηγήσει στη δημιουργία ενός συνόλου μεσαζόντων, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτών πωλητών με υπολογιστή και σύνδεση στο διαδίκτυο, οι οποίοι προσφέρονται να αναλάβουν τη διαδικασία εγγραφής έναντι αμοιβής. Η Seema μιλάει για το πώς αυτή η ρύθμιση μονοπωλεί τις πληροφορίες στα χέρια λίγων. Για να εγγραφεί κάποιος για ένα πιστοποιητικό, για παράδειγμα, πρέπει να προσκομίσει ένα έγγραφο ταυτότητας και μια απόδειξη διεύθυνσης, τα οποία αναρτώνται σε διαδικτυακές πύλες μέσω αυτών των ιδιωτών πωλητών. Αλλά οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν μια αβέβαιη αναμονή για ένα έγγραφο που μπορεί να φτάσει ή να μην φτάσει σε αυτούς. Δεν έχουν κανένα μηχανισμό για να παρακολουθούν την πρόοδο των αιτήσεών τους, γεγονός που τους αναγκάζει να βασίζονται στους ιδιώτες πωλητές.

Αν και δεν είναι ιδανικό, η Seema λέει ότι οι μη ψηφιοποιημένες διαδικασίες τους προσέφεραν επιλογές, όπως η χρήση των κοινωνικών τους διασυνδέσεων και η προσωπική επικοινωνία με τους υπαλλήλους. Προσθέτει:

[Τώρα] δεν ξέρουμε τι συμβαίνει στο διαδίκτυο, ούτε ξέρουμε πώς να παρακολουθήσουμε μια αίτηση, και είμαστε στο έλεος των φορέων εκμετάλλευσης για να μας πουν τι συμβαίνει.

Ο Gulzar, ένας άλλος εργαζόμενος από την Τζαρχάντ, επαναλαμβάνει τις ίδιες ανησυχίες. Ενώ η εφαρμογή της τεχνολογίας μπορεί να είναι χρήσιμη, αισθάνεται ότι μέχρι στιγμής δεν είναι πολύ χρήσιμη για τους χωρικούς. Ο Gulzar αναφέρει ένα παράδειγμα: όσοι δεν γνωρίζουν πώς να κάνουν μόνοι τους τραπεζικές συναλλαγές μέσω κινητού τηλεφώνου εξαπατώνται και μοιράζονται αυτά τα στοιχεία με μεσάζοντες, με αποτέλεσμα μερικές φορές οι άνθρωποι να χάνουν χρήματα από τους λογαριασμούς τους.

Το κύριο πρόβλημα που προκύπτει από αυτές τις αφηγήσεις δεν είναι η διαφθορά ή οι καθυστερήσεις, διότι μπορεί να υποστηριχθεί ότι αυτό μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε σύστημα. Το καταφανές ζήτημα είναι ότι ο απλός άνθρωπος έχει αποκλειστεί πλήρως από την ψηφιακή κοινωνία, αποκλείοντάς τον από την άσκηση των βασικών του δικαιωμάτων και αξιώσεων. Για την επίλυση των συστημικών ανισοτήτων, τεχνοκρατικές λύσεις όπως η ψηφιακή υιοθέτηση έχουν διαφημιστεί ως η τελική λύση για όλα τα συστημικά προβλήματα – συμπεριλαμβανομένων των προβλημάτων που δημιουργούν οι περιορισμοί κινητικότητας του COVID-19. Ωστόσο, αυτή η μετάβαση σε ψηφιακά συστήματα τους επιβλήθηκε με το ζόρι και δεν είχαν ποτέ επιλογή, εξαρχής.

Έχουν μείνει με ένα σύστημα που δεν ξέρουν πώς να χρησιμοποιούν, επιτρέποντάς τους να γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, και ένα σύστημα που δεν κατανοούν και το οποίο τους αφήνει ανίκανους να καταστήσουν κανέναν υπεύθυνο. Η ανησυχία του Gulzar για τους μεσάζοντες παραπέμπει άμεσα στην ασάφεια της λογοδοσίας που φέρνουν τα διαδικτυακά συστήματα και στην έλλειψη οποιασδήποτε υποστήριξης για να βοηθηθούν οι περιθωριοποιημένοι να προσαρμοστούν στην ψηφιακή τεχνολογία. Η ψηφιακή υιοθέτηση ενισχύει τις υφιστάμενες ανισότητες και δημιουργεί νέες δομές εξουσίας που θέτουν τους ευάλωτους σε μειονεκτική θέση.

Η ψηφιοποίηση σε απόσταση αναπνοής από την ψηφιακή επιτήρηση

Υπάρχει λοιπόν σύνδεση μεταξύ αυτής της ταχείας ψηφιοποίησης των υπηρεσιών, της μη προσβασιμότητάς τους και της μετατροπής τους σε ψηφιακή επιτήρηση; Η συλλογή, η χρήση και ο έλεγχος των προσωπικών πληροφοριών γίνονται εμφανείς στις αφηγήσεις που παρουσιάζονται εδώ. Στην ερώτηση αν οι άνθρωποι ανησυχούν για τα ψηφιακά δικαιώματα και το απόρρητο των δεδομένων, η Seema είπε ότι ανησυχούν για τις συνέπειες της ανάρτησης δεδομένων στο διαδίκτυο, από φόβο ότι μπορεί να γίνει κατάχρηση. Είναι ενδιαφέρον ότι η κατάχρηση, στην οποία αναφέρεται η Seema, είναι κυβερνητική κατάχρηση και όχι ανησυχίες για την πρόσβαση τρίτων στα δεδομένα της.

Όταν του έγινε η ίδια ερώτηση, ο Gulzar είπε: “Δεν είναι μόνο μια ανησυχία, έχω δει ανθρώπους [να καταλήγουν] σε μπελάδες εξαιτίας της κοινοποίησης αυτών των λεπτομερειών στο διαδίκτυο!” Ένας φίλος του είχε μοιραστεί τραπεζικά στοιχεία για ηλεκτρονική εγγραφή και σύντομα είχε μια αναφορά πρώτης πληροφόρησης (έγγραφο που συντάσσεται από την αστυνομία και σχετίζεται με τη διάπραξη αδικήματος) στο όνομά του με κατηγορίες για παραβίαση που συνδέονται με τον λογαριασμό του. “Ο φίλος μου είναι αναλφάβητος. Πώς είναι δυνατόν να είναι ικανός να χακάρει, κάτι που απαιτεί τη χρήση υπολογιστή;” λέει ο Gulzar. Αναφέρει ένα άλλο παράδειγμα για τους κινδύνους, που εγκυμονεί η κοινοποίηση στοιχείων τραπεζικού λογαριασμού σε μεσάζοντες. Κατά καιρούς, αυτοί οι μεσάζοντες ισχυρίζονται ότι οι μισθοί των εργαζομένων δεν έχουν φτάσει στους λογαριασμούς, κατηγορώντας κάποια διαδικτυακά ζητήματα, ενώ παράλληλα τσεπώνουν τα χρήματα.

Ο εξαναγκασμός να βασίζονται σε ένα ψηφιακό σύστημα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι πρόκειται για ένα σύστημα που τους καθιστά ευάλωτους στην εκμετάλλευση, δείχνει πώς η ζωή τους διαμορφώνεται πλέον (χωρίς τη θέλησή τους) μέσω της τεχνολογίας. Η κυβέρνηση επιβάλλει επίσης ενεργά αυτή την ένταξη στα ψηφιακά συστήματα. Τον Ιούνιο του 2021, 22.000 διαπιστευμένοι κοινωνικοί ακτιβιστές υγείας (ASHA) (οι πρωτοβάθμιοι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας στην Ινδία) στη Χαρυάνα διαμαρτυρήθηκαν για μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα που ανέφερε και παρακολουθούσε την εργασία τους, παραβιάζοντας το ψηφιακό τους απόρρητο. Η εφαρμογή, “MDM 360 shield”, εγκαταστάθηκε με τη βία στα προσωπικά τηλέφωνα των εργαζομένων από υπαλλήλους του τοπικού υπουργείου υγείας. Στις περιπτώσεις που τους δόθηκε νέο τηλέφωνο, οι εργαζόμενοι δεν ενημερώθηκαν ότι η εφαρμογή είχε προεγκατασταθεί στις συσκευές.

Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες, καθώς η Ινδία δεν έχει ακόμα ολοκληρωμένες πολιτικές προστασίας δεδομένων, παρά το γεγονός ότι διαθέτει μια μεγάλη βιομετρική βάση δεδομένων. Δεν υπάρχει πραγματικό νομικό πλαίσιο σχετικά με την ποιότητα και την αναλογικότητα των δεδομένων, τη διαφάνεια των δεδομένων ή την εντολή μιας αρχής προστασίας δεδομένων για την ορθή αντιμετώπιση και κάλυψη θεμάτων προστασίας δεδομένων σύμφωνα με τις διάφορες διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές για την προστασία της ιδιωτικής ζωής. Το τελευταίο σχέδιο του νομοσχεδίου της Ινδίας για την προστασία των προσωπικών δεδομένων το 2019, το οποίο κατατέθηκε στο κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο του 2021, εξαιρεί την κυβέρνηση από το πεδίο εφαρμογής του. Το νομοσχέδιο δίνει προτεραιότητα στα οικονομικά συμφέροντα έναντι της ανάγκης προστασίας της ιδιωτικής ζωής των προσωπικών δεδομένων και έχει δεχθεί επικρίσεις από ακτιβιστές για τα ψηφιακά δικαιώματα.

Η προώθηση της ψηφιοποίησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχει βαθύνει το ψηφιακό χάσμα. Η κλιμάκωση της ψηφιακής υιοθέτησης χωρίς επαρκή πολιτική προστασία μπορεί να αποκλείσει ακόμη περισσότερο τους ήδη περιθωριοποιημένους, αλλά κανείς δεν μπορεί να λογοδοτήσει, επειδή η Ινδία δεν διαθέτει κανένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για κάτι τέτοιο. Ενώ η πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές και η προστασία της ιδιωτικής ζωής αναγνωρίζονται ως θεμελιώδη δικαιώματα, κάθε πρόγραμμα ή πολιτική που δεν είναι χωρίς αποκλεισμούς είναι βέβαιο ότι θα ενθαρρύνει ένα αναπτυξιακό παράδειγμα που αφήνει πίσω τους ευάλωτους. Οι αφηγήσεις της Seema και του Gulzar και η εμπειρία των εργαζομένων ASHA δείχνουν όλα αυτό το αποτέλεσμα.

Η Vaishnavi είναι επί του παρόντος εμπειρογνώμονας πολιτικής στο εργαστήριο φύλου και πολιτικής της Greater Chennai corporation. Είναι ερευνήτρια και επαγγελματίας του κοινωνικού τομέα στην Ταμίλ Ναντού. Ο Anish είναι επί του παρόντος φοιτητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας του Χονγκ Κονγκ. Ασχολείται με την περιβαλλοντική φιλοσοφία με έμφαση στην Αισθητική, τον Βουδισμό και την Κοινωνική Δικαιοσύνη.

Ο Anish και η Vaishnavi είναι μέλη του Δικτύου δράσης για τους αποκλεισμένους εργαζόμενους (SWAN), ενός εθελοντικού δικτύου που εργάζεται με άτυπους εργαζόμενους μέσω ανακούφισης και υποτροφιών.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.