Στην Τουρκία, οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης γίνονται συνένοχες στη λογοκρισία ΜΜΕ και ελευθερίας του λόγου

Η εικόνα είναι ευγενική προσφορά της Giovana Fleck

Ο Metin Cihan είναι ένας Τούρκος δημοσιογράφος, που ασχολείται εδώ και καιρό με την αποκάλυψη της διαφθοράς μεταξύ κυβερνητικών αξιωματούχων. Στις 17 Ιουλίου 2022, το Twitter περιόρισε τον λογαριασμό του στο Twitter με το σκεπτικό ότι ο δημοσιογράφος μοιράστηκε προσωπικές πληροφορίες, παρόλο που καμία από τις πληροφορίες που μοιράστηκε δεν ήταν ιδιωτική. Στα τουίτ του, ο Cihan αποκάλυπτε επιχειρήσεις, ονόματα, συνεργασίες, πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών και διαγωνισμούς, που σχετίζονται με τα αρχεία Canikli, που ονομάστηκαν από τον πολιτικό Nurettin Canikli, ο οποίος έχει εμπλακεί σε εκτεταμένη διαφθορά στην Τουρκία.

Ο λογαριασμός του Cihan στο Twitter αποκαταστάθηκε τελικά, αλλά ο δημοσιογράφος φοβήθηκε ότι μπορεί να συμβεί ξανά, δεδομένου ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που στοχοποιήθηκε ο λογαριασμός του.

Στο πλαίσιο της λογοδοσίας της Τουρκίας και της πλατφόρμας, η δοκιμασία του Cihan στο Twitter δείχνει πόσο μακριά είναι διατεθειμένο να φτάσει το κράτος για να φιμώσει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία στην Τουρκία και πώς πλατφόρμες όπως το Twitter γίνονται συνένοχοι βοηθώντας το κράτος να το κάνει.

Το Twitter παρουσίασε ένα εργαλείο, που του επιτρέπει να λογοκρίνει περιεχόμενο σε χώρα το 2010. Εκείνη την εποχή, η πλατφόρμα μπορεί να μην είχε πλήρως οραματιστεί πώς θα μπορούσε να γίνει κατάχρηση του εργαλείου της από έναν αριθμό όλο και πιο αυταρχικών χωρών, όπου οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει στόχος των Αρχών ενόψει αυξανόμενων καταστολών και λογοκρισίας.

Στην πραγματικότητα, μια από τις τακτικές της τουρκικής κυβέρνησης να φιμώσει τους χρήστες στο Διαδίκτυο και να τους αρνηθεί το δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες, είναι η υποβολή αιτημάτων στο Twitter και σε άλλες πλατφόρμες για απόκρυψη περιεχομένου, που θεωρείται ότι παραβιάζει τους τοπικούς νόμους της. Ως αποτέλεσμα, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη αναφορά διαφάνειας του Twitter, η Τουρκία ήταν ο τέταρτος μεγαλύτερος αιτών κατάργησης περιεχομένου, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 9% των παγκόσμιων νομικών απαιτήσεων. «Η Τουρκία έπεσε στον τέταρτο μεγαλύτερο αιτούντα του Twitter. Αυτό οφείλεται στο ότι η τουρκική κυβέρνηση υπέβαλε 21% λιγότερες νομικές απαιτήσεις. Παρά τη μείωση αυτή, η Τουρκία στην πραγματικότητα αύξησε τον αριθμό των λογαριασμών, που προσδιορίζονται στα αιτήματά της, κατά 24%», ανέφερε η έκθεση.

Η τουρκική κυβέρνηση επικαλείται επανειλημμένα την εγχώρια νομοθεσία, όπως τον νόμο Νο. 5651 και άλλους, για να ζητήσει από τις πλατφόρμες να προβούν σε λογοκρισία για λογαριασμό τους. Ενώ το τουρκικό κράτος έχει εκφράσει ρητά τις προθέσεις του, οι γίγαντες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης δεν φαίνεται να κατανοούν τον αντίκτυπο της συμμόρφωσής τους στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και στην ποικιλομορφία των φωνών και των απόψεων στην Τουρκία.

Εκτός από τους ήδη ισχύοντες νόμους, οι εθνικοί νομοθέτες έχουν ήδη εγκρίνει 14 από τα 40 σημεία, που προτείνονται σε έναν αμφιλεγόμενο νέο νόμο για την παραπληροφόρηση. Εάν εγκριθούν όλα τα προτεινόμενα άρθρα, οι χρήστες των πλατφορμών μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην Τουρκία θα αντιμετωπίσουν περαιτέρω κυρώσεις για αυτό που αόριστα περιγράφει το νομοσχέδιο ως δημόσια τάξη, εθνική ασφάλεια και δημόσια υγεία.

Πάρτε για παράδειγμα την Mukremin, ένα φαινόμενο κοινωνικής δικτύωσης. Πριν από εννέα μήνες, η Mukremin, μια τρανς γυναίκα, αποφάσισε να κάνει μια θεατρική παράσταση, που θα έλεγε στους followers της ότι ήταν έγκυος. Αφού η Mukremin μοιράστηκε το τελευταίο βίντεο από το νοσοκομείο, όπου γέννησε ένα υγιές μωρό, ο λογαριασμός καθώς και το νοσοκομείο επιπλήχθηκαν. Το νοσοκομείο σφραγίστηκε από τις Αρχές και ο λογαριασμός TikTok της Mukremin μπλοκαρίστηκε στην Τουρκία. Και η πλατφόρμα συμμορφώθηκε. Οι λόγοι για αυτές τις ενέργειες παραμένουν ασαφείς, αλλά σε μια χώρα, όπου ακόμη και τα playlist του Spotify λογοκρίνονται ή ένα μουσικό βίντεο για την αγάπη μεταξύ δύο ομοφυλόφιλων ανδρών προκαλεί αντιδράσεις , η απόφαση αποκλεισμού του λογαριασμού της Mukremin δεν προκαλεί έκπληξη.

Ένα άλλο παράδειγμα λογοκρισίας, που δεν προκαλεί έκπληξη, είναι το πώς το Facebook συμμορφώθηκε με την απόφαση της κυβέρνησης να μπλοκάρει την πρόσβαση στη σελίδα του φιλοκουρδικού πρακτορείου ειδήσεων Mesopotamia στο Facebook χωρίς καμία εξήγηση. Παρά τις προσπάθειες ανάκτησης της σελίδας, η πλατφόρμα κοινωνικών μέσων δεν επανέφερε ποτέ τη σελίδα.

Ίσως ένα από τα καλύτερα παραδείγματα για να καταδείξει πώς οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης συμμορφώνονται με τα κρατικά αιτήματα για λογοκρισία περιεχομένου στην Τουρκία αφορά τον Sedat Peker, ένα αφεντικό της μαφίας, που κρίθηκε ένοχος για οργανωμένη εγκληματική δραστηριότητα δύο φορές και επί του παρόντος βρίσκεται στο στόχαστρο της Ιντερπόλ. Τον Μάιο του 2021, ο Peker άρχισε να μοιράζεται βίντεο στο YouTube σχετικά με σκοτεινούς δεσμούς μεταξύ ανώτατων αξιωματούχων του κυβερνώντος κόμματος και του όχλου και να στοχεύει ορισμένους από τους υψηλόβαθμους κυβερνητικούς αξιωματούχους σε μια σειρά αποκαλύψεων. Οι πιο πρόσφατοι ισχυρισμοί για διαφθορά από τον Peker κοινοποιήθηκαν μέσω Twitter σε μια σειρά από τουίτ εκθέτοντας τον σύμβουλο του Ερντογάν Serkan Taranoglu, τον πρώην πρόεδρο του Συμβουλίου Κεφαλαιαγοράς Ali Fuat Taskesenlioglu, το μέλος του κυβερνώντος κόμματος και βουλεύτρια Zehra Taskensenlioglu και τον Burak Tasci, αρθρογράφο της πρώην ανεξάρτητης εφημερίδας, αλλά τα τελευταία χρόνια φιλοκυβερνητικής Huriyyet. Μετά τις αποκαλύψεις, ο Taranoglu παραιτήθηκε. Παραιτήθηκε επίσης από αντιπρόεδρος των τοπικών διοικήσεων του AKP και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του κόμματος. Το κράτος έσπευσε να απαντήσει, εμποδίζοντας την πρόσβαση σε ειδήσεις σχετικά με τους πρόσφατους ισχυρισμούς. Το Twitter απέκλεισε επίσης την πρόσβαση σε τουίτ σχετικά με τη Zehra Taskensenlioglu.

Τι έπεται;

Το νομοσχέδιο για την παραπληροφόρηση έρχεται επίσης σε μια σημαντική στιγμή στην Τουρκία, καθώς η χώρα και οι ψηφοφόροι της ετοιμάζονται να ψηφίσουν σε γενικές εκλογές το 2023. Σε μια συνέντευξη στο Euronews, η Suay Boulougouris, Υπεύθυνη Προγράμματος για το Άρθρο 19, είπε πως η αόριστη γλώσσα του νόμου μπορεί να σημαίνει «ότι κυριολεκτικά οποιαδήποτε πληροφορία, που επικρίνει την κυβέρνηση, μπορεί να θεωρηθεί ως παραπληροφόρηση. Δεν το βλέπουμε αυτό ως μια γνήσια προσπάθεια αντιμετώπισης της παραπληροφόρησης, στην πραγματικότητα αντιμετωπίζει οποιαδήποτε κριτική ενόψει των μαζικά αμφισβητούμενων εκλογών το 2023».

Σε ένα άλλο σενάριο, οι Τούρκοι μπορεί να μείνουν χωρίς καθόλου πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ενόψει των εκλογών. Σύμφωνα με τον υπερασπιστή της ελευθερίας του Διαδικτύου και δικηγόρο Kerem Altıparmak, οι προηγούμενες αποτυχημένες προσπάθειες ευθυγράμμισης των εταιρειών μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορεί στην πραγματικότητα να αποφέρουν αποτελέσματα αυτή τη φορά και ουσιαστικά να οδηγήσουν στο κλείδωμα πλατφορμών όπως το Twitter.

Επισκεφτείτε τη σελίδα του εγχειρήματος για περισσότερα άρθρα από το Παρατηρητήριο Ανελευθερίας.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.