Ο Ναγίμπ Μπουκέλε ανέλαβε την εξουσία το 2019 σε μια εκστρατεία κατά της διαφθοράς, αλλά έχει επιτεθεί και δυσφημήσει ανεξάρτητους/ες δημοσιογράφους, που αποκαλύπτουν τη διαφθορά στην κυβέρνησή του. Αντιστέκεται στο να δίνει συνεντεύξεις τύπου και αντ’ αυτού χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιδιαίτερα το Twitter, για να κοινοποιεί αποφάσεις και εντολές του. Ο λογαριασμός του Μπουκέλε στο Twitter είχε 4,6 εκατομμύρια οπαδούς τη στιγμή που γραφόταν το άρθρο, κάτι που είναι πολύ για μια χώρα 6,5 εκατομμυρίων κατοίκων. Χρησιμοποιεί επίσης το Twitter για να παρενοχλήσει δημοσιογράφους και να επικρίνει το έργο ανεξάρτητων ΜΜΕ στιγματίζοντάς τους ως “πολιτικούς ακτιβιστές”. Έχει μπλοκάρει πολίτες, μέλη ακτιβιστικών ομάδων και δημοσιογράφους, όταν δεν του αρέσουν σχόλια, memes ή ερωτήσεις σχετικά με την διακυβέρνησή του. Στις αρχές του 2022, αποκαλύφθηκαν αναφορές ότι τουλάχιστον 36 ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι ήταν υπό παρακολούθηση με το λογισμικό Pegasus.
Ο Μπουκέλε επιτίθεται μόνιμα σε ΜΜΕ όπως το El Faro, το Gato Encerrado, το Revista Factum και το La Prensa Gráfica, για δημοσιεύσεις, που έχουν αποκαλύψει υποθέσεις δημόσιας διαφθοράς κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, λαθραίων διαπραγματεύσεων από την κυβέρνησή του με αρχηγούς συμμοριών για μείωση των ανθρωποκτονιών και πολιτική υποστήριξη και αδιαφάνεια γύρω από την απόφαση να υιοθετηθεί το Bitcoin ως νόμιμο χρήμα. Σύμφωνα με έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, που επικαλείται ειδική έκθεση του Reuters, “η κυβέρνηση Μπουκέλε χρησιμοποιεί πληρωμένους παράγοντες επιρροής και “πιθανές φάρμες ρομπότ” για να τουιτάρει φιλοκυβερνητικά μηνύματα δεκάδες χιλιάδες φορές για ένα δεδομένο θέμα, ενώ συγκαλύπτει την προέλευσή τους για να δημιουργήσει την εμφάνιση της αυθεντικής υποστήριξης από τη βάση”.
Ο πρόεδρος ελέγχει την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία του κράτους και έχει καθαιρέσει τον Γενικό Εισαγγελέα και πέντε δικαστές του Συνταγματικού Τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επιπλέον, οι νέοι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που διορίστηκαν από το πολιτικό του κόμμα, ενέκριναν τη συμμετοχή του ως υποψηφίου στις προεδρικές εκλογές του 2024, παρόλο που το Σύνταγμα του Σαλβαδόρ απαγορεύει ρητά την επανεκλογή. Έτσι, ο Μπουκέλε χτίζει μια λαϊκιστική και αυταρχική κυβέρνηση, που χρησιμοποιεί προπαγάνδα, εκστρατείες παραπληροφόρησης και διαδικτυακές επιθέσεις κατά του Τύπου και της κοινωνίας των πολιτών για να εδραιώσει την πολιτική εξουσία και να κερδίσει τελικά αντισυνταγματικές επανεκλογές το 2024.
Η τελευταία έκθεση των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (RSF) υπογραμμίζει το άλμα προς τα πίσω κατά 30 θέσεις του Ελ Σαλβαδόρ, το οποίο ήταν “μία από τις πιο απότομες πτώσεις στην περιοχή”. Τόνισαν ότι ο Μπουκέλε έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιδείνωση των συνθηκών του ελεύθερου Τύπου λόγω των συνεχών επιθέσεων του εναντίον ανεξάρτητων δημοσιογράφων και της προώθησης μιας αφήγησης κατά του Τύπου στη χώρα. Η Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ) έγραψε στο Twitter στις 12 Ιανουαρίου 2022: “Ο Πρόεδρος του Σαλβαδόρ Ναγίμπ Μπουκέλε και άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι χρησιμοποιούν με συνέπεια ρητορική κατά του Τύπου για να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ και να παρενοχλούν τακτικά ανεξάρτητα μέσα, μεμονωμένους δημοσιογράφους και άλλους, που επικρίνουν την διακυβέρνησή του”.
Διαδικτυακή παρενόχληση γυναικών δημοσιογράφων
Μια εμβληματική περίπτωση διαδικτυακής παρενόχλησης γυναίκας δημοσιογράφου ήταν η υπόθεση της Mariana Belloso, μιας δημοσιογράφου και παρουσιάστριας ραδιοφώνου από το Σαλβαδόρ. Τον Ιούνιο του 2019, η Belloso χρησιμοποίησε τον λογαριασμό της στο Twitter για να σχολιάσει το σχέδιο του προέδρου Μπουκέλε να περιορίσει τις εγκληματικές συμμορίες. Ο Μπουκέλε παρέθεσε το τουίτ της λέγοντας: “Μια μισή αλήθεια είναι χειρότερη από χίλια ψέματα”. Στη συνέχεια, πρόσθεσε σε άλλο τουίτ: “Είμαι ολοένα και περισσότερο πεπεισμένος ότι υπάρχουν δημοσιογράφοι που θέλουν το σχέδιο ασφαλείας μας να αποτύχει”. Ο Μπουκέλε έχει αναφέρει επανειλημμένα το σχέδιο ασφαλείας του ως παράγοντα για μείωση των ανθρωποκτονιών, αλλά ερευνητικά ρεπορτάζ έδειξαν ότι έχει διαπραγματευτεί με συμμορίες για τη μείωση των δολοφονιών, κάτι που αρνείται.
Μετά τα τουίτ του Μπουκέλε, η Belloso έλαβε κύμα σεξουαλικών απειλών στο διαδίκτυο και αυτές οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο εξαπλώθηκαν στο Facebook και στην ενότητα σχολίων των στηλών της Belloso στην καθημερινή La Prensa Gráfica. Η Belloso είπε σε συνέντευξή της ότι έγινε γνωστή ως “η δημοσιογράφος, που δέχτηκε επίθεση από τον πρόεδρο και τα τρολ του”. Μετά από αυτό το περιστατικό, η Belloso αναγνώρισε ότι ορισμένες από τις πηγές της αρνήθηκαν να μιλήσουν μαζί της και υποψιάστηκε ότι την παρακολουθούσαν. Σκέφτηκε ακόμη και να φύγει από το Ελ Σαλβαδόρ. Πρόσθεσε: “Όταν ο πρόεδρος σε ξεχωρίζει και σε βάζει σε ένα μέρος όπου όλοι μπορούν να σου επιτεθούν (…), δεν υπάρχει ισορροπία δυνάμεων”.
Η Karen Fernández, δημοσιογράφος από το Σαλβαδόρ στο Focos TV, είπε στην CPJ τον Νοέμβριο του 2019 ότι επίσης στοχοποιήθηκε, αφού επέκρινε τις συνθήκες για τους κρατούμενους, που συνελήφθησαν στο πλαίσιο του σχεδίου ασφαλείας του Μπουκέλε. Το τουίτ της αναρτήθηκε από τον Μπουκέλε χωρίς το κατάλληλο πλαίσιο και, μετά από αυτό, εκατοντάδες οπαδοί του Μπουκέλε απάντησαν απειλώντας για σεξουαλική βία και δυσφημώντας το έργο της. Από αυτό το περιστατικό, η Fernández είπε ότι η αντίληψή της για τον κίνδυνο άλλαξε: είναι πιο επιφυλακτική με τις απειλές εναντίον της και της οικογένειάς της.
Άλλοι δημοσιογράφοι από το Σαλβαδόρ, που έδωσαν συνέντευξη στο CPJ, δεν μπόρεσαν να επισημάνουν καμία έρευνα, που να υποδηλώνει ότι ο Μπουκέλε ελέγχει λογαριασμούς Twitter, που απειλούν δημοσιογράφους, αλλά η αφήγησή του κατά του Τύπου στην πλατφόρμα είναι εμφανής. Αυτή η επίσημη αφήγηση κατά του Τύπου αποδεικνύει ότι όλες οι δημοσιογραφικές δημοσιεύσεις είναι πλαστές και έχουν πολιτικά κίνητρα για να επηρεάσουν την εικόνα και τη φήμη του Μπουκέλε. Κατά συνέπεια, το μήνυμά του είναι ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να δίνουν σημασία στα ανεξάρτητα ΜΜΕ και να εμπιστεύονται μόνο τα κρατικά κανάλια και τις επίσημες επικοινωνίες του.
Υπάρχουν αρκετοί ισχυρισμοί για ψηφιακές επιθέσεις και εκστρατείες συκοφαντικής δυσφήμισης εναντίον δημοσιογράφων, ιδιαίτερα γυναικών δημοσιογράφων και υπέρμαχων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Περισσότερες από 60 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών κατήγγειλαν την επιδείνωση των συνθηκών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ελ Σαλβαδόρ και ανέφεραν τουλάχιστον 370 ψηφιακές επιθέσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από τον Φεβρουάριο έως τον Μάιο του 2021, που διαπράχθηκαν από δημόσιους αξιωματούχους ή στενό περιβάλλον του Μπουκέλε.
Ο Edison Lanza, πρώην ειδικός Εισηγητής για την Ελευθερία της Έκφρασης της Διαμερικανικής Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (IAHCR) υποστήριξε ότι η δημόσια υπονόμευση από έναν εκλεγμένο αξιωματούχο, όπως συμβαίνει με τα τουίτ του Προέδρου Μπουκέλε κατά δημοσιογράφων, θα μπορούσε να είναι πολύ επικίνδυνη. Ο Lanza είπε σε συνέντευξή του στο CPJ ότι αυτή η κατάσταση είναι πιο κρίσιμη “ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, όπου η βία κατά των δημοσιογράφων και η ατιμωρησία είναι ανεξέλεγκτη”.
Αυτό το περιβάλλον εκστρατειών στιγματισμού και ρητορικής μίσους και μισογυνιστικού λόγου κατά γυναικών δημοσιογράφων μπορεί να οδηγήσει σε σωματική βία, που στοχεύει μέλη ορισμένων ανεξάρτητων ειδησεογραφικών μέσων. Ομοίως, αυτό το αφήγημα κατά του Τύπου, που προωθείται από τον Μπουκέλε, άλλους δημόσιους αξιωματούχους και τους υποστηρικτές του Μπουκέλε, σκοπεύει να φιμώσει και να εκφοβίσει την κριτική και ανεξάρτητη δημοσιογραφία στο Ελ Σαλβαδόρ.
Επισκεφτείτε τη σελίδα του εγχειρήματος για περισσότερα άρθρα από το Παρατηρητήριο Ανελευθερίας.