Η πορεία προς την πλατεία: O ρόλος των ψηφιακών τεχνολογιών στις διαμαρτυρίες της Λευκορωσίας

Μαζική διαδήλωση εναντίον του Προέδρου Λουκασένκα στο κεντρικό Μινσκ της Λευκορωσίας, 16 Αυγούστου. Φωτογραφία: Homoatrox / Wikimedia Commons, CC BY-SA 3.0. Με ορισμένα δικαιώματα.

Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο oDR, το τμήμα του openDemocracy για τη Ρωσία και τον μετασοβιετικό χώρο. Αναδημοσιεύεται εδώ με άδεια και έχει τροποποιηθεί λόγω ύφους και συντομίας.

Κατά την τελευταία δεκαετία, η εμπειρία έχει δείξει πόσο μεγάλες διαδηλώσεις σε μια δημόσια πλατεία – όπως αυτές στην πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου ή στην Μαϊντάν του Κιέβου – μπορούν να οδηγήσουν σε πραγματικές πολιτικές αλλαγές. Ταυτόχρονα, όταν οι κρατικές Αρχές είναι υπεύθυνες για τη διάθεση χώρων διαμαρτυρίας – όπως συνέβη με την πλατεία Μπολότναγια και την πλατεία Σαχάροφ στη Μόσχα το 2011 – ακόμη και μαζικές διαμαρτυρίες δεν καταλήγουν σε τίποτα.

Κατά τις δύο πρώτες νύχτες μετά τα αποτελέσματα των εκλογών της 9ης Αυγούστου, οι Αρχές της Λευκορωσίας κατέστειλαν βάναυσα τις προσπάθειες των διαδηλωτών να συγκεντρωθούν στις κεντρικές πλατείες του Μινσκ. Αυτό οδήγησε στη διάλυση των διαμαρτυριών και στην απόκτηση υπερτοπικού χαρακτήρα: οι διαμαρτυρίες δεν συγκεντρώνονταν σε ένα σημείο, αλλά ξεκινούσαν ταυτόχρονα σε διαφορετικά μέρη, από δρόμο σε δρόμο, από γειτονιά σε γειτονιά.

Αυτή η “διάσπαρτη” διαμαρτυρία είχε σημαντικά πλεονεκτήματα. Πρώτον, οι ίδιοι οι πολίτες καθόρισαν την πορεία της διαμαρτυρίας και τις προϋποθέσεις, που έθεσαν, παρά οι κρατικοί φορείς, που ενέκριναν τις διαδηλώσεις. Δεύτερον, η “διασκορπισμένη” διαμαρτυρία έγινε ένα μεταβατικό στάδιο πριν από τις διαμαρτυρίες στην πλατεία: μια εβδομάδα αργότερα, στις 16 Αυγούστου, οι διαδηλωτές κατάφεραν να φτάσουν στον Κυβερνητικό Οίκο στην πρωτεύουσα του Μινσκ ειρηνικά και χωρίς αντίσταση και να συγκεντρωθούν σε ένα κοντινό σημαντικό πολεμικό μνημείο. Αυτή η ειρηνική διαμαρτυρία ήταν τώρα πολύ πιο σημαντική αριθμητικά από το φιλοκυβερνητικό συλλαλητήριο προς υποστήριξη του Αλεξάντρ Λουκασένκα.

Κατεβαίνοντας στους δρόμους μαζικά, οι μεμονωμένοι πολίτες ήταν αναπόσπαστο μέρος της επιτυχίας της διαμαρτυρίας της Λευκορωσίας, όπως και συλλογικές επιχειρήσεις και συλλογικότητες – δηλαδή, ομαδικοί φορείς. Πώς η διαμαρτυρία έφτασε τόσο γρήγορα σε τόσο ευρύ κοινό; Δεν μπορούμε να πούμε ότι τα διαδικτυακά κανάλια έχουν διαδραματίσει κεντρικό ρόλο κινητοποίησης εδώ, ειδικά δεδομένης της μερικώς επιτυχημένης προσπάθειας των Αρχών της Λευκορωσίας να μπλοκάρουν το Διαδίκτυο.

Παρά την απίστευτη αύξηση της δημοτικότητας ορισμένων καναλιών Telegram (για παράδειγμα, ο αριθμός των συνδρομητών στο δημοφιλές κανάλι Nexta αυξήθηκε κατά 1,5 εκατομμύρια σε λίγες μέρες), αυτές οι ροές πληροφοριών παρέμειναν απρόσιτες σε πολλούς εντός της Λευκορωσίας, με σημαντικό μέρος αυτής της ανάπτυξης στη δημοτικότητα των καναλιών να σχετίζεται με το παγκόσμιο κοινό. Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να σημειωθεί το υψηλό επίπεδο γνώσης πληροφορικής στη Λευκορωσία, όπου βιομηχανίες τεχνολογίας των πληροφοριών έχουν αναπτυχθεί ενεργά τα τελευταία χρόνια. Αυτό το επίπεδο αλφαβητισμού επέτρεψε σε σημαντικό αριθμό ατόμων να παρακάμψουν εν μέρει το μπλοκάρισμα του Διαδικτύου και να παράγουν περιεχόμενο σχετικό με διαμαρτυρίες.

Αντ’ αυτού, το βασικό ερώτημα για την κατανόηση του ρόλου του Διαδικτύου στις διαμαρτυρίες της Λευκορωσίας είναι: πώς το κόστος της χρήσης βίας ξεπέρασε την αποτελεσματικότητά του για το κράτος; Στο σενάριο της Λευκορωσίας, το Διαδίκτυο δεν έγινε βασικός μηχανισμός κινητοποίησης και συντονισμού των διαμαρτυριών, αλλά δημιούργησε συνθήκες, στις οποίες κατέστη δυνατή η ταχεία και μαζική συμμετοχή των πολιτών. Αυτό μπορεί να αποδοθεί σε δύο σημαντικά χαρακτηριστικά των διαδηλώσεων: την άνευ προηγουμένου κρατική βία και τον διασκορπισμένο χαρακτήρα των διαδηλώσεων τόσο στην πρωτεύουσα όσο και σε ολόκληρη τη χώρα.

Όταν πραγματοποιούνται υπερτοπικές διαδηλώσεις στο πλαίσιο του σύγχρονου πληροφοριακού περιβάλλοντος, ακόμη και η πιο κτηνώδης βία δεν επιτυγχάνει τον στόχο της καταστολής των διαμαρτυριών. Μονάχα συμβάλλει στην ανάπτυξή τους.

Η ευθραυστότητα του ψηφιακού οριζόντιου

Για περισσότερο από μια δεκαετία, οι ερευνητές έχουν συζητήσει τη σημασία του Διαδικτύου για την επιτυχία των πολιτικών διαμαρτυριών. Οι τεχνολογίες του Διαδικτύου έχουν διαδραματίσει μεγάλο ρόλο τόσο στις διαμαρτυρίες, που προκάλεσαν σοβαρές πολιτικές αλλαγές (για παράδειγμα, την Αραβική Άνοιξη ή το Euromaidan) όσο και εκείνες που δεν οδήγησαν σε αλλαγή ισχύος: κατά τη διάρκεια των εκλογών στο Ιράν το 2009, στη Ρωσία το 2011 -2012, ή κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων στο Πάρκο Γκεζί στην Τουρκία το 2013. Από τη μία πλευρά, οι ερευνητές επεσήμαναν ένα ευρύ φάσμα πολιτικών και τεχνολογικών καινοτομιών, που αυξάνουν τη διαφάνεια στην κάλυψη των διαδηλώσεων, καθώς και διευκολύνουν την κινητοποίηση και το συντονισμό των δράσεων.

Σε αυτό το πνεύμα, οι Lance Bennett και Alexandra Segerberg έχουν συζητήσει την εμφάνιση ενός νέου τύπου συλλογικής δράσης, που ονομάζεται “συνδετική δράση”, που επιτρέπει την οργάνωση κοινών δράσεων χωρίς την ανάγκη επίσημης οργάνωσης ή κόμματος. Τα ιδρύματα αντικαθίστανται από ψηφιακές πλατφόρμες σε αυτό το μοντέλο καθιστώντας ευκολότερη και ταχύτερη την οργάνωση πολιτικών δράσεων (για παράδειγμα, μια εκδήλωση στο Facebook, που δημιούργησε ο δημοσιογράφος Ilya Klishin, έπαιξε βασικό ρόλο στη διοργάνωση του πρώτου αγώνα στη πλατεία Μπολότναγια στη Ρωσία το 2011).

Χάρτης των διαμαρτυριών στο Μινσκ, με βάση το Google Maps.

Από την άλλη πλευρά, αυτές οι “συνδετικές ενέργειες” έχουν ευπάθειες. Για παράδειγμα, η κοινωνιολόγος Zeynep Tufekci επέστησε την προσοχή στο κόστος της απλοποίησης της κινητοποίησης διαμαρτυριών. Ενώ η τεχνολογία καθιστά δυνατή τη γρήγορη μετάβαση των ανθρώπων στους δρόμους μαζικά χωρίς ηγέτες ή κόμματα, αυτές οι διαμαρτυρίες είναι πολύ πιο δύσκολο να μεταφραστούν σε σημαντική πολιτική αλλαγή. Αυτός ο νέος τύπος διαμαρτυρίας μπορεί να εξαφανιστεί χωρίς πραγματικά αποτελέσματα, το ίδιο γρήγορα όσο αναδύθηκε. Επιπλέον, η τεχνολογία δημιουργεί νέες ευκαιρίες για επιτήρηση και παραπληροφόρηση, καθώς επίσης και για την προώθηση ασήμαντων μορφών πολιτικής συμμετοχής, όπως ο λεγόμενος “ακτιβισμός του κλικ”, ο οποίος ενέχει λίγους κινδύνους για τους συμμετέχοντες και μπορεί να ερμηνευτεί ως ένα είδος προσομοίωσης πραγματικής πολιτικής δραστηριότητας.

Κύκλοι πολιτικής καινοτομίας

Οι πολιτικές κρίσεις συχνά συνοδεύονται από νέα κύματα καινοτομίας, που επιδιώκουν να αλλάξουν την ισορροπία ισχύος μεταξύ κυβερνήσεων και διαδηλωτών. Για παράδειγμα, στις διαμαρτυρίες του 2019 κατά τη διάρκεια εκλογών για τη Δούμα της Μόσχας, θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει διάφορους τύπους καινοτομιών στην κάλυψη και τον συντονισμό των διαδηλώσεων, καθώς και στις τεχνολογίες αμοιβαίας βοήθειας και παρακολούθησης. Τις περισσότερες φορές, οι Αρχές ανταποκρίνονται στις καινοτομίες των ακτιβιστών της αντιπολίτευσης με παραδοσιακή ισχύ και κατασταλτικά μέτρα (που κυμαίνονται από συλλήψεις έως κλείσιμο του Διαδικτύου). Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι πολιτείες έχουν επίσης χρησιμοποιήσει καινοτόμες τακτικές, για παράδειγμα, χρησιμοποιώντας ανώνυμα κανάλια Telegram για πρόκληση και παραπληροφόρηση. Τα πρόσφατα γεγονότα στη Λευκορωσία μπορούν επίσης να αναλυθούν ως προς τη δυναμική της πολιτικής καινοτομίας. Πολλές πρακτικές, που παρατηρήθηκαν πριν από ένα χρόνο στη Μόσχα, υπάρχουν με τη μία ή την άλλη μορφή τώρα στη Λευκορωσία.

Πρώτον, οι πολίτες έμαθαν να παρακάμπτουν τα μπλοκαρίσματα του Διαδικτύου μέσω ποικίλων εργαλείων. Οι Λευκορώσοι χρήστες έχουν κάνει χρήση VPN και ανωνυμοποιητών όπως το Psiphon. Οι διαδηλωτές ενθαρρύνθηκαν επίσης να χρησιμοποιούν τα δίκτυα Mesh (την εφαρμογή Bridgefy) για να επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους, εάν το Διαδίκτυο ήταν εκτός λειτουργίας. Τα κανάλια Telegram και οι συνομιλίες telegram (τα οποία, με την υποστήριξη της εταιρείας, λειτούργησαν ακόμη και σε συνθήκες περιορισμένης πρόσβασης στο Διαδίκτυο) χρησιμοποιήθηκαν ενεργά για το συντονισμό δράσεων και τη μετάδοση πληροφοριών σχετικά με την τοποθεσία των ΜΑΤ, αν και η αποτελεσματικότητα αυτής της επικοινωνίας σε συνθήκες υπερφόρτωσης πληροφοριών και αξιοπιστίας παραμένει υπό αμφισβήτηση.

Ταυτόχρονα, πολύπλοκες λύσεις πληθοπορισμού για τη συλλογή δεδομένων δεν χρησιμοποιήθηκαν καθόλου (με εξαίρεση τους απλούς χάρτες που βασίζονται στους Χάρτες Google). Λίγο αργότερα, όμως, εμφανίστηκε ένας πληθοποριστικός “Χάρτης Απεργιών“.

Ένα άλλο ζήτημα ήταν αυτό της αμοιβαίας βοήθειας. Τα κανάλια του Telegram έδειχναν πληροφορίες σχετικά με κωδικούς πρόσβασης για κτίρια, όπου οι διαδηλωτές μπορούσαν να κρυφτούν (αν και αυτό θα μπορούσε επίσης να προσπελαστεί από υπηρεσίες επιβολής του νόμου). Τα κανάλια ανέφεραν επίσης πού θα μπορούσαν οι διαδηλωτές να βρουν νερό και φάρμακα. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στον συντονισμό βοήθειας για όσους απελευθερώνονταν μετά τη σύλληψη.

Το κανάλι Okrestina Lists του Telegram χρησιμοποιήθηκε για την αναζήτηση κρατουμένων και τη δημοσίευση καταλόγων όλων των ατόμων, που κρατούνται στο πλέον περιβόητο προσωρινό κέντρο κράτησης Akrestina. Τέλος, αφιερώθηκαν ειδικά κανάλια στην “απο-ανωνυμοποίηση” κρατικών αξιωματούχων, που εμπλέκονται σε βία. Αξίζουν επίσης να σημειωθούν οι παγκόσμιες πρωτοβουλίες διαδικτυακής μικροχρηματοδότησης, μέσω των οποίων χρήστες εκτός Λευκορωσίας κατάφεραν να βοηθήσουν τα θύματα κρατικής βίας (για παράδειγμα, μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε από τον ακτιβιστή Alexey Leonchik συγκέντρωσε περισσότερα από 2 εκατομμύρια δολάρια).

Ωστόσο, η επιλογή τεχνολογιών των διαδηλωτών δεν είναι το πιο σημαντικό πράγμα, που διακυβεύεται. Ένα πιο σημαντικό ερώτημα είναι ποιες τεχνολογίες είναι πιο θεμελιωδώς σημαντικές για τη μετατροπή μιας πολιτικής κρίσης σε ευκαιρία αλλαγής – σε αυτήν την περίπτωση για να αποφευχθεί η συνέχιση του καθεστώτος Λουκασένκα. Αυτό το ερώτημα είναι ουσιαστικό, επειδή οι τρέχουσες διαμαρτυρίες της Λευκορωσίας πραγματοποιούνται απουσία επίσημων ηγετών της αντιπολίτευσης (οι περισσότεροι από τους οποίους βρίσκονται στη φυλακή, ενώ η Σβιατλάνα Τσιχανουσκάγια, που θεωρείται από τους διαδηλωτές νικήτρια των εκλογών, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Λευκορωσία) ή ιδρύματα. Από τη φύση τους, αυτές οι διαμαρτυρίες μπορούν να θεωρηθούν εύθραυστες και ευάλωτες “συνδετικές ενέργειες”, είδος που καθιστά δύσκολη τη μεταφορά της δύναμης της διαμαρτυρίας στον τομέα της πραγματικής πολιτικής αλλαγής.

Οριζόντια παρακολούθηση και κρίσιμη μάζα κρατικής βίας

Τα πρόσφατα γεγονότα στη Λευκορωσία δείχνουν τον βασικό ρόλο του Διαδικτύου στη διαμόρφωση κινήτρων για συμμετοχή σε διαδηλώσεις. Το αρχικό κίνητρο ήταν η εκλογική απάτη. Τις ώρες μετά την ανακοίνωση των πρώτων αποτελεσμάτων, άρχισαν να εμφανίζονται ευρέως διαδεδομένα στοιχεία για την κλίμακα της παραποίησης. Υπήρχαν φωτογραφίες των τελικών πρωτοκόλλων, που έδειχναν μια πειστική νίκη για τη Σβιατλάνα Τσιχανουσκάγια. Η τεράστια κλίμακα της παραποίησης, πάνω απ’ όλα, απονομιμοποίησε τις εκλογές. Αυτό ήταν όμως απλά το αρχικό κίνητρο για τις διαμαρτυρίες.

Λίγο μετά αφότου κατέβηκε ο κόσμος στους δρόμους, υπήρξαν αναφορές για βίαιες καταστολές σε ειρηνικές διαδηλώσεις. Μέσα σε λίγες ώρες, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πλημμύρισαν με τεκμήρια βίας. Αυτά τα τραγικά στιγμιότυπα βίας συχνά γίνονται γρήγορα σύμβολα διαμαρτυρίας. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων του 2009 στην Τεχεράνη, ένα βίντεο με τη βάναυση δολοφονία μιας Ιρανής, της Neda Agha-Soltan, προβλήθηκε σε όλο τον κόσμο. Στην περίπτωση της Λευκορωσίας, η κρίσιμη μάζα κρατικής βίας ήταν άνευ προηγουμένου. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδειχναν νέα στοιχεία βαρβαρότητας από την αστυνομία και τις δυνάμεις ασφαλείας κυριολεκτικά κάθε λεπτό, συμπεριλαμβανομένου του ξυλοδαρμού των παρισταμένων με κλομπ, ανθρώπων να δέχονται επίθεση από πίσω και του πυροβολισμού αυτοκινήτων και πολυκατοικιών.

Τα κανάλια Telegram της Λευκορωσίας, ειδικά τα Nexta και Belarus of the Brain, έγιναν ένα ρεύμα “ρεπορτάζ από το πεδίο της μάχης”. Αυτή η ροή πληροφοριών έγινε δυνατή χάρη στην αποτυχημένη προσπάθεια των Αρχών της Λευκορωσίας να μπλοκάρουν εντελώς την πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Ένας άλλος λόγος ήταν το γεγονός ότι η βία συνέβαινε όχι μόνο στις προσεγγίσεις στις δημόσιες πλατείες, αλλά παντού, στις αυλές και στο δρόμο. Μάρτυρες αστυνομικής βίας έγιναν οι απλοί άνθρωποι, που βιντεοσκοπούσαν από τα παράθυρα των σπιτιών τους, και οδηγοί, που βιντεοσκοπούσαν τι συνέβαινε στην αντίθετη λωρίδα. Αυτά τα στοιχεία συνοδεύτηκαν από πλάνα της κακομεταχείρισης των κρατουμένων σε απομόνωση, που επίσης βιντεοσκοπήθηκαν από παράθυρα γειτονικών πολυκατοικιών.

Όλα αυτά έπαιξαν σε ένα “αντίστροφο Panopticon” αποτέλεσμα: σε ένα περιβάλλον γεμάτο κινητά τηλέφωνα, dashcam και CCTV, όχι μόνο το κράτος μπορεί να παρατηρήσει τους πολίτες του, αλλά και οι πολίτες μπορούν επίσης να παρακολουθούν αποτελεσματικά το κράτος. Η απάντηση στην κρατική βία είναι αυτή η “οριζόντια παρακολούθηση”. Η κρίσιμη μάζα στοιχείων βίας γίνεται η νέα βασική ώθηση για διαμαρτυρίες και κινητοποίηση του κοινού. Τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας αντικαθιστούν την εκλογική απάτη ως το κύριο επίκεντρο. Αργότερα, αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία μπορούν ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν για τη δίωξη των δραστών. Ορισμένοι οργανισμοί έχουν ήδη ανακοινώσει μια κοινή πρωτοβουλία ανοιχτών δεδομένων, της οποίας στόχος είναι η συστηματική συλλογή, επαλήθευση και ανάλυση όλων των δεδομένων για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που διαπράχθηκαν κατά την καταστολή των διαμαρτυριών στη Λευκορωσία.

Παντού και πουθενά

Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Elmer Eric Schattschneider υποστηρίζει ότι ένας από τους κύριους παράγοντες στην επιτυχία μιας διαμαρτυρίας είναι το “εύρος μετάδοσης” μιας πολιτικής σύγκρουσης.

Μερικές φορές, οι προσπάθειες του κράτους να περιορίσει το εύρος της συμμετοχής των πολιτών μέσω κατασταλτικών μέτρων έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι το κλείσιμο του Διαδικτύου οδηγεί συχνά στην κλιμάκωση των διαμαρτυριών, καθώς το κενό πληροφοριών αναγκάζει τους ανθρώπους να βγουν στους δρόμους. Υπάρχει ακόμη το ερώτημα τι περιμένει όσους εγκαταλείπουν τα σπίτια τους. Η βάναυση καταστολή της διαμαρτυρίας από το κράτος δημιουργεί ένα δίλημμα για τους διαδηλωτές. Από τη μία πλευρά, αυξάνεται ο κίνδυνος συμμετοχής σε διαμαρτυρίες. Επιπλέον, η προφανής επιτυχία στην καταστολή των διαδηλώσεων μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού των λεγόμενων “τυχεράκηδων”, ανθρώπων που ελπίζουν ότι θα επιτευχθούν πολιτικοί στόχοι χωρίς τη συμμετοχή τους. Από την άλλη πλευρά, το αίσθημα ότι ο αριθμός των συμμετεχόντων αυξάνεται ανάλογα με τη βία και ότι η διαμαρτυρία κερδίζει δυναμική καθίσταται κρίσιμο, εάν η προθυμία συμμετοχής είναι μεγαλύτερη από τη “λογική του κινδύνου”.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποδείχθηκαν θεμελιωδώς σημαντικά όχι για το συντονισμό των διαμαρτυριών, αλλά για τη δημιουργία μιας αίσθησης για την ανίκητη ανάπτυξή τους. Αυτό ισχύει τόσο για τη γεωγραφική εξάπλωση της διαμαρτυρίας όσο και για την ποικιλομορφία των συμμετεχόντων – τη θέση, το φύλο, την ηλικία και την κοινωνική τους κατάσταση. Οι ερευνητές το αναφέρουν ως θέμα της “ορατότητας” της διαμαρτυρίας: δεν αρκεί να βγαίνουμε στους δρόμους, αλλά είναι σημαντικό να το δείξουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε να προκαλεί υποκειμενικά σε όσους παραμένουν στο σπίτι μια αίσθηση μαζικής συμμετοχής. Ένα παράδειγμα μιας αρχής “τεχνολογίας ορατότητας” είναι η χρήση drone με σκοπό τη φωτογράφηση του μεγέθους ενός πλήθους από αέρος.

Εν τω μεταξύ, οι Αρχές προσπαθούν όχι μόνο να διαλύσουν τους ανθρώπους από τους δρόμους, αλλά και να ελαχιστοποιήσουν την πιθανή “ορατότητα” της διαμαρτυρίας. Το πρόβλημα της ορατότητας γίνεται ιδιαίτερα οξύ σε μια κατάσταση υπερτοπικών διαμαρτυριών. Σε αντίθεση με τις διαμαρτυρίες “ενός τετραγώνου” (όπως στο Κάιρο ή το Κίεβο), αυτές δεν μπορούν να εμφανιστούν σε μία μόνο “οπτική drone”. Όμως, η περίπτωση της Λευκορωσίας δείχνει μια λύση στο “πρόβλημα ορατότητας”: η ροή ειδήσεων από τα κανάλια Telegram και τοπικές ομάδες συνομιλίας Telegram έδειξαν ότι οι διαμαρτυρίες γίνονται ταυτόχρονα σε εκατοντάδες τοποθεσίες.

Η υπερτοποθεσία και πολλά σημεία αποκεντρωμένης διαμαρτυρίας μπορούν συχνά να αποτελέσουν πλεονέκτημα για τους διαδηλωτές: είναι πιο δύσκολο για το κράτος να καταστείλει τέτοιες ενέργειες. Ωστόσο, στο παρελθόν ήταν επίσης δύσκολο για τέτοιες διαμαρτυρίες να δημιουργήσουν το αποτέλεσμα της μαζικής συμμετοχής. Όπως φαίνεται στη Λευκορωσία, οι τεχνολογίες της πληροφορίας μπορούν να αντισταθμίσουν αυτήν την έλλειψη ορατότητας ενός “πλήθους στην πλατεία” δημιουργώντας ένα μαζικό φαινόμενο μέσω συνεχών ροών πληροφοριών και δείχνοντας νέους χώρους διαμαρτυρίας.

Στις κρίσιμες στιγμές που τα ΜΑΤ χρησιμοποιώντας βία αυξάνουν τον κίνδυνο συμμετοχής στις διαδηλώσεις, προσπαθώντας έτσι να τις σταματήσει, συνέβη το αντίθετο: η τεκμηριωμένη βία δημιούργησε ένα νέο κίνητρο δραστηριοποίησης. Το αποτέλεσμα της μαζικής κλίμακας και της γεωγραφικής κατανομής των διαμαρτυριών, όπως φαίνεται στις ροές των καναλιών Telegram, υπερέβη το υποκειμενικό όριο συμμετοχής, δηλαδή το όριο, πέρα ​​από το οποίο το υποκειμενικό αίσθημα κινδύνου συμμετοχής σε δράσεις επισκιάζεται από την προθυμία “να βγαίνω, γιατί όλοι βγαίνουν”. Το εφέ κινητοποίησης της χιονοστιβάδας είχε αρχίσει. Στο αναδυόμενο πληροφοριακό περιβάλλον, οι άνθρωποι ένιωθαν ότι, όπου κι αν έβγαιναν στους δρόμους, δεν θα ήταν μόνοι.

Ταυτόχρονα, ο ρόλος, που αποδίδεται παραδοσιακά στα κοινωνικά δίκτυα στον τακτικό συντονισμό των διαδηλώσεων, μπορεί να διαδραμάτισε δευτερεύοντα ρόλο, ιδιαίτερα κατά τις πρώτες ημέρες των διαδηλώσεων. Ορισμένες μορφές διαδικτυακού συντονισμού ήταν αποτελεσματικές: για παράδειγμα, η εμφάνιση κλειστών συνομιλιών γυναικών, που δημιουργήθηκαν για να οργανώσουν αλυσίδες αλληλεγγύης. Ταυτόχρονα, πολλές άλλες συνομιλίες συχνά δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στο χάος των συγκρουόμενων μηνυμάτων και οδηγιών κινητοποίησης, γεγονός που καθιστούσε δύσκολη την παρακολούθηση της εξέλιξης διαμαρτυριών, ακόμη και για τις Αρχές.

Ο συντονισμός είναι σημαντικός, όταν σχετικά μικρές ομάδες διαμαρτύρονται και δεν υπάρχει κρίσιμη μάζα συμμετεχόντων. Σε αυτήν την περίπτωση, είναι δυνατόν να αντισταθούμε στους ισχυρότερους κυβερνητικούς πόρους ακριβώς λόγω της αυξημένης αποτελεσματικότητας της δράσης. Ωστόσο, όταν αρχίζει η πανταχού παρούσα αλυσιδωτή αντίδραση της συμμετοχής, ο αριθμός των διαδηλωτών γίνεται πιο σημαντικός από τον συντονισμό. Βγαίνοντας στους δρόμους και τις πλατείες, οι άνθρωποι αυτοοργανώνονται χωρίς τη βοήθεια της τεχνολογίας των πληροφοριών και τα μπλοκαρίσματα του Διαδικτύου μόνο συμβάλλουν σε αυτό το σενάριο.

Το φαινόμενο κινητοποίησης διευκολύνθηκε επίσης από την viral εξάπλωση ειδήσεων, που έδειχναν τις στιγμές νίκης των διαδηλωτών έναντι των δυνάμεων ασφαλείας, πλάνα από ανθρώπους που αντιδρούσαν σε απόπειρες κράτησής τους ή ιστορίες αξιωματικών επιβολής του νόμου, που έβγαλαν ταυτότητες, στολές και επωμίδες ως ένδειξη μη βίας.

Από αντικείμενο σε υποκείμενο

Φυσικά, η επιτυχία των διαμαρτυριών της Λευκορωσίας δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στην τεχνολογία των πληροφοριών. Αυτό είναι κυρίως το αποτέλεσμα πολιτικών και κοινωνικών παραγόντων, που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της ολοκληρωτικής κυριαρχίας του Λουκασένκα και ιδιαίτερα κατά την πρόσφατη εκλογική του εκστρατεία. Επιπλέον, δεν γνωρίζουμε ακόμη ποια θα είναι η πολιτική έκβαση των τρεχόντων γεγονότων. Ωστόσο, ό,τι συμβαίνει στη Λευκορωσία είναι ένα σημαντικό παράδειγμα του τρόπου, με τον οποίο η τεχνολογία πληροφοριών μπορεί να συμβάλει στη μετατροπή μιας πολιτικής κρίσης σε ευκαιρία για πολιτική αλλαγή, παρά τον εύθραυστο χαρακτήρα της “συνδετικής δράσης”.

Εδώ επιτρέψτε μου να θυμηθώ το παράδοξο, που περιγράφουν οι αδελφοί Στρογκάτσκι και το οποίο έδειξε ο Αντρέι Ταρκόφσκι στην ταινία “Stalker”. Μπαίνοντας στην “Ζώνη”, οι κύριοι χαρακτήρες βρίσκονται μακριά από το “Δωμάτιο”. Ωστόσο, η άμεση διαδρομή προς αυτήν δεν είναι η συντομότερη. Το ίδιο ισχύει και για τις διαμαρτυρίες: αφού μπήκε αμέσως στην πλατεία, το πλήθος μπορεί να βρεθεί στην παγίδα, που περιγράφει η Zeynep Tufekci. Μπορεί να αποτύχει να κερδίσει κρίσιμη μάζα, να χάσει ενέργεια και να αποσυντεθεί, πριν μπορέσει να επιτύχει τους πολιτικούς του στόχους. Το “μονοπάτι προς την πλατεία”, από το οποίο πέρασαν οι Λευκορώσοι, τους βοήθησε να αποφύγουν αυτήν την παγίδα, αν και με τραγικό κόστος.

Στο νέο περιβάλλον πληροφόρησης, η βία κατά των συμμετεχόντων κατά τη διάρκεια διαδηλωμένων υπερτοπικών διαδηλώσεων καθίσταται λιγότερο αποτελεσματική στην καταστολή τους. Το αντίθετο: η βία γίνεται νέο κίνητρο για τους ανθρώπους να βγουν στους δρόμους. Το φαινόμενο εκφοβισμού εξουδετερώνεται από το γενικό φαινόμενο κινητοποίησης και συμβάλλει στην απότομη αύξηση του πεδίου συμμετοχής. Σε αυτό το σημείο ξεκινά μια αλυσιδωτή αντίδραση, η οποία είναι όλο και πιο δύσκολο να σταματήσει: η καταστολή καθίσταται αναποτελεσματική και μάλιστα αντιαποτελεσματική. Ένα πλήθος διαδηλωτών μετατρέπεται από αντικείμενο δίωξης σε υποκείμενο της πολιτικής διαδικασίας. Με την πάροδο του χρόνου, το πλήθος ετοιμάζεται να εισέλθει στην κεντρική πλατεία ενώνοντας εκατοντάδες υπερτοπικές διαμαρτυρίες σε μία μόνο. Αυτός ο δρόμος προς την πλατεία, που έγινε τις πρώτες πέντε ημέρες μετά τις προεδρικές εκλογές της Λευκορωσίας, μετέτρεψε το πλήθος σε μια πολιτική δύναμη ικανή να ξεφύγει από την παγίδα της οριζόντιας κινητοποίησης και να επιφέρει πραγματική αλλαγή.

Θα μπορέσουν οι Λευκορώσοι όχι μόνο να ολοκληρώσουν το αδύνατο καθήκον της απομάκρυνσης του Λουκασένκα, αλλά και να αποδείξουν τον παραλογισμό της βίας ως μέσο για την επίτευξη πολιτικών στόχων; Ίσως, όπως ακριβώς και η διατριβή “το τέλος της ιστορίας”, είναι πολύ νωρίς για να ανακοινωθεί το “τέλος της πολιτικής βίας”. Ωστόσο, τα γεγονότα στη Λευκορωσία μπορεί να ωθήσουν άλλα αυταρχικά καθεστώτα να βασίζονται όλο και λιγότερο στην παραδοσιακή δύναμη για να καταστείλουν την εσωτερική δυσαρέσκεια, αντί να επενδύουν όλο και περισσότερους πόρους σε καινοτόμες μορφές ελέγχου, που έχουν σχεδιαστεί για να δημιουργήσουν νέα, αόρατα εμπόδια στο “μονοπάτι προς την πλατεία”.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.