Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρου δεν ήταν ποτέ γνωστός για τη συμπάθειά του προς την κινεζική κυβέρνηση.
Τον Φεβρουάριο του 2018, όταν ήταν ακόμη μέλος του Κογκρέσου, ο Μπολσονάρου ταξίδεψε στην Ταϊβάν, όπου συναντήθηκε με κυβερνητικούς αξιωματούχους, ωθώντας την Κινεζική Πρεσβεία στη Βραζιλία να εκδώσει μια θυμωμένη επιστολή.
Κατά την εκστρατεία αργότερα εκείνο το έτος, ο Μπολσονάρου επέκρινε επανειλημμένα την ασιατική χώρα, λέγοντας ότι η “πρόοδός” της στη Βραζιλία έπρεπε να “σταματήσει”.
Και λίγο μετά την εκλογή του, έκανε μια άλλη δηκτική παρατήρηση, όταν πρότεινε ότι η Κίνα θα μπορούσε “να αγοράσει στη Βραζιλία, αλλά όχι την ίδια την Βραζιλία”.
Ενώ ένα κλίμα ανακωχής μεταξύ Μπραζίλια και Πεκίνου ακολούθησε κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους του Μπολσονάρου στην προεδρία, η σχέση επιδεινώθηκε με την πανδημία COVID-19 εις βάρος της Βραζιλίας, η οποία προσπάθησε να κρατήσει τον ιό υπό έλεγχο ή να ανοσοποιήσει γρήγορα τον πληθυσμό της.
Περισσότεροι από 266.000 άνθρωποι έχουν πεθάνει στη Βραζιλία ως αποτέλεσμα της πανδημίας, καθιστώντας το το δεύτερο θανατηφόρο ξέσπασμα στον κόσμο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η κρίση της υγείας επιδεινώθηκε από μια νέα παραλλαγή, που ανακαλύφθηκε στη Μανάους, πρωτεύουσα στην περιοχή του Αμαζονίου.
Ο Μπολσονάρου έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος του 2020 υπερασπιζόμενος τη θεωρία της ανοσίας αγέλης και των φαρμάκων χωρίς καμία αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα κατά του ιού. Και ενώ κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο προσπάθησαν να εξασφαλίσουν δόσεις του εμβολίου COVID-19, ο Μπολσονάρου αρνήθηκε να διαπραγματευτεί με φαρμακευτικές εταιρείες, ειδικά με τις κινεζικές.
Μέχρι στιγμής, περίπου 7,25 εκατομμύρια δόσεις έχουν χορηγηθεί σε Βραζιλιάνους, οι περισσότερες από τις οποίες είναι CoronaVac, που αναπτύχθηκαν από το κινεζικό εργαστήριο Sinovac Biotech και κατασκευάστηκαν στη Βραζιλία από το Ινστιτούτο Butantan, ένα δημόσιο ερευνητικό κέντρο στην πολιτεία Σάο Πάολο. Μια μικρότερη παρτίδα δόσεων Oxford/Astrazeneca διανέμεται σε ομάδες προτεραιότητας.
Ο Μπολσονάρου δεν αντέδρασε για το εμβόλιο CoronaVac, του οποίου η κατασκευή στη Βραζιλία έχει διαφημιστεί από τον κυβερνήτη του Σάο Πάολο João Doria, πρώην σύμμαχο του προέδρου, και τώρα πολιτικό του αντίπαλο.
Ενώ το Butantan ολοκλήρωσε την τρίτη φάση των μελετών επιδιώκοντας επικύρωση για το CoronaVac, ο Μπολσονάρου ισχυρίστηκε, σε δημόσια εμφάνιση στις 15 Δεκεμβρίου, ότι η “προέλευσή” του το έκανε αναξιόπιστο, πράγμα που σημαίνει ότι η καταγωγή από την Κίνα έκανε το εμβόλιο αναξιόπιστο. Την επόμενη εβδομάδα, ο Μπολσονάρου ακύρωσε την αγορά 46 εκατομμυρίων δόσεων CoronaVac, αφού είχε επιβεβαιωθεί από το Υπουργείο Υγείας. “Ο λαός της Βραζιλίας δεν θα γίνει πειραματόζωο κανενός”, είπε ο Μπολσονάρο τότε.
Παρά τις απορρίψεις του Μπολσονάρου, στις 18 Ιανουαρίου η Εθνική Ρυθμιστική Υπηρεσία (Anvisa) ενέκρινε την επείγουσα χρήση τόσο των εμβολίων Oxford/Astrazeneca όσο και Sinovac.
Όμως, οι απαιτούμενες προμήθειες για την παρασκευή του εμβολίου CoronaVac κρατήθηκαν στην Κίνα για πέντε ημέρες, φημολογούμενα λόγω της τεταμένης σχέσης της κυβέρνησης με το Πεκίνο. Όπως ανέφερε η El País Brasil, σε αντάλλαγμα για την επιτάχυνση των διαδικασιών της Κίνας, η Μπραζίλια υπέδειξε ότι δεν θα επιβάλει περιορισμούς στην κινεζική εταιρεία Huawei στη δημοπρασία συχνότητας 5G στο Διαδίκτυο, που θα πραγματοποιηθεί στη Βραζιλία. Τα ενεργά συστατικά στάλθηκαν τελικά στη Βραζιλία στις 25 Ιανουαρίου.
Στις 18 Φεβρουαρίου, το Ινστιτούτο Butantan κατηγόρησε τη “διπλωματική τριβή” μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και της Κίνας για την καθυστέρηση στην παράδοση δόσεων του εμβολίου CoronaVac στο Υπουργείο Υγείας, προσθέτοντας ότι “το Υπουργείο Υγείας παραλείπει την μάχη με την Κίνα” και “αγνοεί γεγονότα, όταν αποδίδει την καθυστέρηση στο Butantan” και άλλους βραζιλιάνικους θεσμούς.
Με πληθυσμό άνω των 161 εκατομμυρίων άνω των 18 ετών, η χώρα χρειάζεται τουλάχιστον 242 εκατομμύρια δόσεις για να ανοσοποιήσει τον πληθυσμό της.
“Κομουνοϊός”
Τον Μάρτιο του 2020, ενώ οι πόλεις της Βραζιλίας άρχισαν να υιοθετούν μέτρα κοινωνικής απόστασης για να σταματήσουν την εξάπλωση του ιού, ο γιος του προέδρου, βουλευτής Εντουάρντο Μπολσονάρου, επέκρινε και κατηγόρησε την Κίνα για τη στάση της για το ξέσπασμα του COVID-19, χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό του στο Twitter .
Αυτή ήταν η πρώτη από μια σειρά από προσπάθειες των συμμάχων του Μπολσονάρου να κατηγορήσουν την Κίνα για την πανδημία. Τον Απρίλιο, ο καγκελάριος της Βραζιλίας, Ερνέστο Αραούχο, αναφέρθηκε στον κοροναϊό ως “κομουνοϊό“, λογοπαίγνιο με τον “κομουνισμό”.
“Η έλλειψη διαχείρισης του Μπολσονάρου κατά τη διάρκεια της πανδημίας αύξησε το χάος στη χώρα, όπου η εύρεση ενός ενόχου έγινε το αφήγημα διαφυγής του προέδρου”, λέει ο Edivan Costa, ανθρωπολόγος και κοινωνικός επιστήμονας, που αφιέρωσε την σταδιοδρομία του στην εστίαση στην εθνογραφία των Κινέζων μεταναστών στη Βραζιλία.
Σύμφωνα με τον Costa, η κινεζική κυβέρνηση έγινε εύκολος στόχος για τον πρόεδρο. “Αναπαράγει το στυλ του Τραμπ, σαν να μεταφράζει στα πορτογαλικά τα ίδια πράγματα, που έλεγε ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ”, δήλωσε ο ερευνητής σε μια κλήση με το Global Voices.
Σύμφωνα με το Εργαστήριο Μελετών Εικόνας και Κυβερνοκουλτούρας (Labic) του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου Espírito Santo (UFES), αυτές οι ιδέες ριζώθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταξύ των υποστηρικτών του προέδρου κυρίως μετά την καταγραφή του ιού στη Βραζιλία και αυτό βασίστηκε σε ψεύτικες ειδήσεις και εικασίες για διάδοση αντικινεζικού συναισθήματος. Η έρευνα δείχνει ότι η προέλευση τέτοιων λόγων ήταν ένας συνδυασμός κοινωνικής αβεβαιότητας και επικύρωσης (ή άρνησης) των πληροφοριών, που μοιράστηκαν τα μέσα ενημέρωσης.
“Η υπεράσπιση του μπολσοναρισμού είχε μια σαφώς καθορισμένη προκατάληψη: να αρνηθεί τόσο τη σοβαρότητα των γεγονότων, που ανακοίνωσε ο ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας), όσο και την αποτελεσματικότητα της κινεζικής κυβέρνησης στον χειρισμό της κρίσης υγείας”, δήλωσε η έκθεση, που ανέπτυξε το Labic, η οποία ανέλυσε χιλιάδες δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ανιχνεύσει τάσεις κατά της Κίνας έως τον Σεπτέμβριο του 2020.
Για τον Edivan Costa, πρόκειται για μια αφηγηματική κρίση, όπου μια λαϊκιστική κυβέρνηση βρίσκει έναν αποδιοπομπαίο τράγο για τη δική της αναποτελεσματικότητα. “Η Βραζιλία είναι μια στρατηγική χώρα, από την οποία η Κίνα δεν θα ξεφύγει. Σε ένα ορισμένο επίπεδο, εξαρτώνται η μία από την άλλη. Αλλά αυτή η αφηγηματική κρίση είναι μόνο κακή για τη Βραζιλία, η οποία όχι μόνο χάνει το οικονομικό δυναμικό, αλλά και ζωές ανθρώπων”, είπε ο κοινωνικός επιστήμονας.
Στις 18 Φεβρουαρίου, κατά τη διάρκεια της εβδομαδιαίας ζωντανής μετάδοσής του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Μπολσονάρου αποκάλυψε την κάρτα εμβολιασμού της 93χρονης μητέρας του. Ήθελε να επισημάνει ότι η μητέρα του δεν έλαβε το CoronaVac, αλλά το εμβόλιο Oxford/Astrazeneca. Έδειξε μια κάρτα, που έγραφε Oxford/Astrazeneca, αλλά το έγγραφο έδειχνε τον σειριακό αριθμό μιας παρτίδας εμβολίου CoronaVac και την ημερομηνία για τη δεύτερη λήψη επίσης συμβατή με CoronaVac.
Κατά τη διάρκεια της ζωντανής μετάδοσης, ο Μπολσονάρου κατηγόρησε το νοσηλευτικό προσωπικό, που εμβολίασε τη μητέρα του, ότι επέστρεψε και τροποποίησε την κάρτα εμβολιασμού της. Ο κυβερνήτης του Σάο Πάολο, João Doria, χαρακτήρισε τον ισχυρισμό του Μπολσονάρου “παράλογο”. Στις 8 Μαρτίου, η Ολίντα Μπολσονάρου έλαβε τη δεύτερη δόση του CoronaVac, ενώ ο Doria είπε ότι ήταν τώρα ασφαλής, χάρη στο εμβόλιο που αναπτύχθηκε στο Ινστιτούτο Butantan – το κινεζικό.